Ήταν ο πατέρας της Κρητικής Λαογραφίας. Ο άνθρωπος φαινόμενο που αφιέρωσε τη ζωή του στην καταγραφή του κάθε στοιχείου που συνθέτει τη λαϊκή μας παράδοση.
Στο τριήμερο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε και στην πόλη μας επιφανείς ομιλητές ανέλυσαν σε βάθος τη ζωή και το έργο του.
Συνοπτικά από τα όσα συζητήθηκαν κι όσα αναφέρονται σε διάφορες πηγές του διαδικτύου να αναφέρουμε ότι ο Παύλος Γ. Βλαστός γεννήθηκε στο Βιζάρι της επαρχίας Αμαρίου του Νομού Ρεθύμνης το 1832.
Δημοδιδάσκαλος και ιεροψάλτης, αφιερώθηκε στην καταγραφή του πλούσιου λαογραφικού υλικού το οποίο επεξεργάσθηκε με πραγματικό μόχθο αλλά και πραγματική αγάπη προς τα ήθη και τις παραδόσεις της Κρήτης, της Νήσου του Μίνωος, όπως ο ίδιος έγραφε.
Ξεκίνησε τη συστηματική συλλογή λαογραφικού υλικού της Κρήτης σε ηλικία 24 ετών. Μέχρι το θάνατό του είχε ολοκληρώσει 93 τόμους χειρόγραφους με πολυτιμότατο υλικό, το οποίο συγκέντρωσε από τη μια άκρη της Κρήτης μέχρι την άλλη. Το υλικό αυτό παραμένει ανέκδοτο σχεδόν στο σύνολό του. Πρόλαβε να εκδώσει μονάχα το κλασικό πια βιβλίο του: «Ο Γάμος εν Κρήτη» και να κάνει μερικές δημοσιεύσεις σε κάποιες εφημερίδες.
Συγκέντρωσε σπουδαίο υλικό
Γενικά, έζησε σε μια πολύ ταραγμένη περίοδο, με συνεχείς επαναστάσεις στην Κρήτη και με τη δύσκολη προσπάθεια της Ελλάδας να σταθεί στα πόδια της. Ευτύχησε όμως να δει την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους και την ένωσή της με την Ελλάδα.
Επίσης έζησε την προσπάθεια κάποιων κύκλων από την Ελλάδα (κυρίως της άρχουσας τάξης) αλλά και κύκλων του εξωτερικού, να «εκμοντερνίσουν», «εξευρωπαϊσουν», «εκδυτικίσουν» την ταλαιπωρημένη Ελλάδα. Συνδυάζοντας μεθοδολογικά την επιτόπια έρευνα με τη μελέτη των παλαιότερων και σύγχρονών του γραπτών πηγών, ο Π. Βλαστός συγκέντρωσε πλήθος πληροφοριών, σχετικών όχι μόνο με τον λαϊκό πολιτισμό, αλλά και τη γεωλογία της νήσου, τη βοτανική, την ιστορία, την αρχαιολογία και τη φιλολογία. Το υλικό αυτό αποθησαυρίστηκε σε ένα εντυπωσιακό αρχείο 94 χειρόγραφων τόμων, εκ των οποίων οι 41, περίπου 26.000 σελίδες, περιλαμβάνουν τη λαογραφική ύλη. Η συλλογή του Βλαστού συμπληρώνεται από μουσική και ποιήματα της λόγιας παράδοσης, εκκλησιαστικά μέλη, εμβατήρια και θουρίους, τραγούδια και χορούς από την υπόλοιπη Ελλάδα και την Ευρώπη, σχολικά άσματα και δικά του στιχουργήματα.
Τη βυζαντινή παρασημαντική ο Βλαστός τη διδάχθηκε στο Ρέθυμνο, όπου είχε την τύχη να γνωρίσει τον Κωνσταντίνο Ψαρουδάκη, διαπρεπή μουσικοδιδάσκαλο της εποχής.
Μια μεγαλεπήβολη ιδέα
Εφοδιασμένος με γνώσεις και με πηγαίο ενθουσιασμό, σε ηλικία μόλις 24 χρονών, το 1860, συνέλαβε τη μεγαλεπήβολη ιδέα της περισυλλογής και μελέτης όλων των δημοτικών τραγουδιών της Κρήτης, κατόπιν προτροπής του πατέρα του, Γεωργίου Βλαστού, όπως αναφέρει ο ίδιος σε σχετική αφιέρωσή του: «…διότι Συ πρώτος, μεταξύ των άλλων πατριωτικών διδαγμάτων Σου, μοι ενέπνευσες την ιδέαν της περισυλλογής των τοιούτων πατρίων μαργαριτών…».
Έχοντας έμφυτο το μικρόβιο του ερευνητή, ο Βλαστός διέτρεξε απ’ άκρου εις άκρον την Κρήτη -τις επαρχίες Μεραμπέλλου, Λασιθίου, Τεμένους, Μαλεβιζίου, Γορτύνης, Αμαρίου, Αγίου Βασιλείου, Αποκορώνου και Σφακίων. Κατά την περιήγησή του κατέγραψε πάνω από 400 δημοτικά τραγούδια -της τάβλας, της αγάπης, του γάμου, νανουρίσματα, κάλαντα, ηρωϊκά, ρίμες, παραλογές- αλλά και πάσης φύσεως έθιμα, δοξασίες και εκδηλώσεις του φυσικού, πνευματικού και κοινωνικού λαϊκού βίου.
Μια πολύτιμη κληρονομιά
Η πολύτιμη κληρονομιά που άφησε στον λαό της Κρήτης, αλλά και ευρύτερα στους Έλληνες, ο Παύλος Βλαστός τον κατατάσσει στη χορεία των μεγάλων συλλογέων παραδοσιακών τραγουδιών του 19ου και 20ου αιώνα, μαζί με τον Σιγάλα, τον Παχτίκο και τον Ψάχο. Η αναβίωση των μουσικών του καταγραφών από τον Δημήτρη Σγουρό μας… πήγε ένα βήμα πίσω (!), αφού επεξέτεινε τη γνώση μας για την κρητική μουσική κατά μισό αιώνα νωρίτερα, από τις αρχές του 20ουαιώνα, στα μέσα του 19ου.
Κι όμως το πολύτιμο αυτό αρχείο κάποια στιγμή αφανίστηκε. Κι αν έλειπε το πάθος, η συνέπεια, το πείσμα και οι γνώσεις του ανιψιού του Εμμανουήλ Καούνη τώρα απλά θα το ξέραμε. Αλλά δεν θα υπήρχε. Η ανεύρεσή του αγγίζει τα όρια του θαύματος. Αξίζει να το περιγράψουμε με βάση την εισήγηση που έκανε ο απόγονός του και εκλεκτός συμπολίτης μας κ. Λεωνίδας Καούνης, στη διάρκεια του πρόσφατου τριήμερου συνεδρίου, λέγοντας τα εξής:
Απόσπασμα από την εισήγηση Λεωνίδα Καούνη
«Ο Βλαστός πεθαίνοντας χωρίς παιδιά άφησε το βάρος ενός τόσο πολύτιμο πνευματικού έργου στους δύο πρωτανηψιούς του και μοναδικούς κληρονόμους. Τον πατέρα μου Εμμανουήλ Καούνη και Γεώργιο Βλαστό.
Ο πατέρας μου με υπέρμετρο ζήλο ανέλαβε και διαφύλαξε τη συλλογή δεδομένου ότι ο Βλαστός ήτο απασχολημένος με εμπορικές επιχειρήσεις. Πολλές και ποικίλες οι ενέργειες για την έκδοση του αρχείου τούτου προς κρατικούς φορείς. Το έργο προσεφέρετο δωρεάν υπό τον όρο της αυτοτελούς εκδόσεως και επ’ ουδενί της μερικής σταχυολόγησης. Αξιόλογη η συνεργασία του με τον τότε Πρόεδρο της Εταιρείας Κρητικών Σπουδών και αργότερα Πρωθυπουργό της Ελλάδος αείμνηστο Εμμανουήλ Τσουδερό. Αν δεν μεσολαβούσε ο πόλεμος το έργο ασφαλώς θα είχε εκδοθεί. Ομοίως πολύτιμος υπήρξε η συμπαράσταση και οι ενέργειες μεταγενέστερα των αείμνηστων Παντελή Πρεβελάκη και Νίκου Καζαντζάκη στα αρμόδια υπουργεία και σε διαφόρους εκδοτικούς οίκους, ενέργειες που δυστυχώς έμειναν άκαρπες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το πολύτιμο μοναδικό βιβλίο που πρόλαβε να εκδώσει εν ζωή ο Παύλος Βλαστός (ο Γάμος εν Κρήτη) βρέθηκε σε εκατοντάδες αντίτυπα μέσα σε μια κασέλα. Μετά το θάνατό του εβιβλοδετήθη και απεστάλη σε όλες τις βιβλιοθήκες του κόσμου.
Μοιραία μεταφορά
Λόγω της παραμονής μας στο χωριό κατά τη διάρκεια του πολέμου και τον φόβο βομβαρδισμού της πόλης ο πατέρας μου θέλησε να μεταφέρει και τη λαογραφική συλλογή δεματοποιώντας την σε ξύλινα κιβώτια.
Τον Μάιο του 1941 μεταφέρει τη συλλογή στο Αμαριώτικο πρακτορείο μαζί με διάφορα είδη οικοσυσκευής. Όταν άρχισε η φόρτωση στο αυτοκίνητο εσήμανε συναγερμός κι έπεσε μια βόμβα στο διώροφο κτίσμα του πρακτορείου. Η βόμβα άνοιξε μια τεράστια γούβα καταστρέφοντας όλα τα πράγματα και τις αποσκευές των επιβατών. Η απόγνωση του πατέρα μου υπήρξε απερίγραπτη. Τρεις μήνες δεν έπαυσε να τρέχει το κλάμα στα μάτια του.
Κατά τον Αύγουστο μπήκε στο Ρέθυμνο και βρήκε έξι εργάτες, οι οποίοι επί δύο ημέρες έσκαβαν τα ερείπια και μετακινούσαν τα μπάζα χωρίς αποτέλεσμα. Αυτό επαναλήφθηκε άλλες δυο φορές ακόμα, χωρίς να βρεθεί τίποτα.
Βρέθηκε κατά τρόπο θαυμαστό
Τον Σεπτέμβριο επανέρχεται πλάι με τους ίδιους εργάτες αλλά τους είπε να απομακρύνουν μπάζα και πελέκια από τα πλάγια προς τα τειχίσματα του δαπέδου.
Κατά τρόπο θαυματουργικό τα ξύλινα κιβώτια με το αρχείο είχαν εκτιναχθεί στα πλάγια της οικοδομής και βρέθηκαν ανέπαφα.
Το ίδιο βράδυ ο πατέρας μου ενοικίασε ένα γαϊδουράκι, γιατί η συγκοινωνία είχε διακοπεί, φόρτωσε τα κασόνια και ήρθε στο χωριό πεζός, σε ηλικία 72 ετών, διανύοντας 41 χιλιόμετρα.
– Δεν κουράστηκα Λεωνίδα μου είπε. Ξέθαψα τον πνευματικό πολύτιμο μόχθο του θείου μου. Δεν πήγε χαμένη η προσπάθειά μου. Δόξα τω Θεώ.
Μετά το θάνατο του πατέρα μου, Ιούνιος του 1944, με τη λήξη του πολέμου επανήλθα οριστικά στο Ρέθυμνο και έφερα μαζί μου τη συλλογή.
Επακολούθησε η στράτευσή μου και μη έχοντας οικογένεια παρέδωσα προς φύλαξη τη συλλογή στον θείο Γεώργιο Βλαστό. Ο Γεώργιος Βλαστός κατά τη διάρκεια της στράτευσής μου προσβάλλεται από την επάρατο ασθένεια και επιδιώκει τη διασφάλιση της συλλογής.
Αναγκαία λύση το ιστορικό αρχείο
Στο Ρέθυμνο δεν υπήρχε βιβλιοθήκη και η πνευματική εστία υπό τον αείμνηστο Πολύβιο Τσάκωνα ήτο ακόμα στα σπάργανά της. Θεώρησε λογικό να τη διασφαλίσει στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης παρά τις διαμαρτυρίες συγγενών και πολλών Ρεθυμνίων.
Η παραχώρηση έγινε με συμβολαιογραφική πράξη άνευ της δικιάς μου υπογραφής εφόσον ήμουν στρατιώτης. Η συλλογή είναι διαφυλαγμένη σε μεταλλική ντουλάπα.
Όπως με είχε διαβεβαιώσει ο αείμνηστος Ακαδημαϊκός Μανούσος Μανούσακας η Ακαδημία Αθηνών είχε λάβει απόφαση για την έκδοση της συλλογής αυτοτελώς ως έργο Παύλου Βλαστού».
Μεγάλη μορφή ο Εμμ. Καούνης
Ο Εμμανουήλ Καούνης με το πείσμα του κατάφερε να διασώσει ένα τόσο σημαντικό λαογραφικό θησαυρό. Και δεν ήταν αυτή η πρώτη του προσφορά στον τόπο. Θα του κάνουμε το δικό του αφιέρωμα στο αυριανό φύλλο. Και θ’ αναστήσουμε στη μνήμη μια μορφή που πρόσφερε στο Ρέθυμνο ανεκτίμητες υπηρεσίες χωρίς ποτέ να διεκδικήσει κανένα όφελος για τον ίδιο. Ήταν ένας αυθεντικός ευπατρίδης. Και το πιστοποιεί απόλυτα η πολύπλευρη και πολύτιμη προσφορά του.
Ο Παύλος Βλαστός υπάρχει στη λαϊκή συνείδηση;
Εξαιρετικής σημασίας το συνέδριο για τον Παύλο Βλαστό, μόνο που δημιούργησε θλιβερές σκέψεις σ’ εκείνους, που ακόμα θυμούνται τους στυλοβάτες της πόλης των Γραμμάτων.
Αν ήξεραν οι σημερινοί κάτοικοι αυτής της πόλης τη σημαντικότητα της προσωπικότητας του Βλαστού, σίγουρα θα έφτανε το ακροατήριο στην Αντιστάσεως.
Μόνο να φανταστεί κάποιος έναν άνθρωπο, με μειωμένη μάλιστα όραση στο τέλος της ζωής του, να γράφει στο φως του λύχνου, ακατάπαυστα, διασώζοντας την παραδοσιακή μας κληρονομιά, θα ‘πρεπε από σεβασμό και μόνο να μη χάσει εισήγηση.
Βέβαια τα προβλήματα δεν λείπουν και μάλιστα υπάρχουν και άνθρωποι -καλή ώρα- με κάποιες αδυναμίες, που δεν επιτρέπουν για αρκετό χρονικό διάστημα την παραμονή σε ένα χώρο. Σε όλους άραγε να συμβαίνει αυτό;
Από την εκπαιδευτική κοινότητα, που αριθμεί κάποιες εκατοντάδες δυναμικό, από το χώρο των θεωρητικών επιστημών, από τις επαγγελματικές γενικά τάξεις που διαχειρίζονται τις πηγές μάθησης, αυτοί μόνο ενδιαφέρθηκαν που ήταν στην αίθουσα της εκδήλωσης;
Και οι υπόλοιποι; Τι έχουν να μεταφέρουν στα παιδιά μας, πέρα από τα βιβλία διδακτέας ύλης που όζουν πολιτικής και κρατικής υποστήριξης και λιγότερο αξιόπιστης γνώσης;
Στα Χανιά επίσης δεν ήταν τα πράγματα καλύτερα αλλά οι Χανιώτες δικαιολογούνται. Οι Ρεθεμνιώτες να απαξιώνουν με την απουσία τους ένα τόσο σοβαρό πνευματικό γεγονός είναι απαράδεκτο.
Όπως απαράδεκτο επίσης είναι ότι για τον Παύλο Βλαστό δεν υπήρξε ποτέ σκέψη για μια προτομή…
Βέβαια το γεγονός ότι οι συνθήκες δεν επέτρεψαν την πλήρη έκδοση του έργου που καταλαμβάνει τόμους, μάλλον έχει στερήσει τη δυνατότητα της σωστής αξιολόγησης από τις πλατειές μάζες ενός λαογράφου όπως ο Παύλος Βλαστός.
Ανυπολόγιστης αξίας το έργο του. Δυστυχώς όμως έχει αρκετές φορές διασκορπιστεί, σε εργασίες επιστημονικές με τρόπο όμως που σε κάποια χρόνια δεν θα ξέρει κανένας την πηγή, αλλά θα θεωρεί τον εισηγητή και κτήτορα πνευματικό αυτού του πλούτου. Μήπως μέχρι σήμερα η άγνοια των πολλών δεν παρουσιάζει σοφότερους κάποιους, εκ των ολίγων, που «με ξένα κόλλυβα» κάνουν τους περιούσιους δότες σοφίας και γνώσης; Και ευθύνεται η ημιμάθειά μας γι’ αυτό.
Όπως γίνεται και στο χώρο της μουσικής. Έχουμε συνηθίσει να αναφερόμαστε σε ένα τραγούδι εστιάζοντας στον ερμηνευτή και αγνοώντας το δημιουργό. Έτσι που να θεωρεί ο άσχετος τον τραγουδιστή και συνθέτη του συγκεκριμένου έργου. Ας μην πούμε τίποτα για την τύχη των στιχουργών.
Ο Παύλος Βλαστός εκεί που βρίσκεται, όντας άνθρωπος αγνός και αγαθός θα έχει σίγουρα συγχωρήσει τους ακούσιους και εκούσιους καταπατητές του πνευματικού του μόχθου. Και σίγουρα θα ευλογεί την Ζαχαρένια Σημαντηράκη που υπερασπίστηκε και διαφύλαξε με πάθος αυτό το έργο. Όσο βέβαια της επέτρεψαν οι συνθήκες.
Αυτό που έχει τεράστια σημασία σήμερα είναι από τα χρήματα που κατασπαταλούνται για ανοησίες κι ας λένε κάποιοι το αντίθετο, να ψηφιοποιηθεί το έργο αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε γιατί μας συνδέει απευθείας με τις ρίζες μας.
Οι άξιοι εισηγητές της εκδήλωσης, που έγινε προχθές και στην πόλη μας, το απέδειξαν αυτό με τις πληρέστατες στοιχείων εισηγήσεις τους.
Σειρά έχει τώρα να πάρει τη θέση που του αξίζει ο Παύλος Βλαστός στη λαϊκή συνείδηση και εκτός του επιστημονικού χώρου. Το Πανεπιστήμιο θα μπορούσε να βοηθήσει σημαντικά στην κατεύθυνση αυτή. Και θεωρούμε ότι οι εκπρόσωποί του διαθέτουν την απαιτούμενη ευαισθησία για να το επιδιώξουν.