Την Πέμπτη, έληξε η προθεσμία για την κατάθεση των αιτήσεων επιστροφής των πρώην δημοτικών αστυνομικών στους Δήμους που υπηρετούσαν. Σύμφωνα με πληροφορίες λιγότεροι από τους μισούς πρώην δημοτικούς αστυνομικούς αναμένεται να επιστρέψουν στο πόστο τους.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ο μισθός τους είναι εξασφαλισμένος μόνο έως το τέλος του χρόνου. Παράλληλα, όσοι πρώην σχολικοί φύλακες δεν συνταξιοδοτήθηκαν, έχουν καταθέσει αίτηση να επιστρέψουν στην εργασία τους. Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο αριθμός των υπηρετούντων στη νέα δημοτική αστυνομία θα είναι σημαντικά περιορισμένος σε σχέση με το παρελθόν.
Σημαντικό στοιχείο επίσης αποτελεί ότι από το σύνολο των 325 Δήμων της χώρας, δημοτική αστυνομία διέθεταν οι 179 ΟΤΑ και συνολικά 3.522 υπηρετούσαν σε αυτήν.
Υπενθυμίζεται ότι η ρύθμιση για την δημοτική αστυνομία προέβλεπε τα εξής:
-Με τη νομοθετική ρύθμιση κανένας πρώην δημοτικός αστυνομικός δεν χάνει τη δουλειά του. Οι απολυμένοι ή όσοι επρόκειτο να απολυθούν γιατί δεν είχαν τοποθετηθεί αλλού επιστρέφουν στην παλαιά τους θέση.
-Όπως συμβαίνει με όλους τους υπαλλήλους, που είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα, όσοι έχουν τοποθετηθεί οριστικά παραμένουν στις νέες θέσεις τους. Όσοι δεν έχουν τοποθετηθεί οριστικά, αλλά με βάση προσωρινούς πίνακες του ΑΣΕΠ έχουν δικαίωμα να επιλέξουν αν θα παραμείνουν στις θέσεις αυτές ή θα επιστρέψουν στην Δημοτική Αστυνομία.
-Οι μόνοι που υποχρεωτικά επιστρέφουν στην παλαιά τους θέση του δημοτικού αστυνομικού είναι αυτοί που είχαν μετακινηθεί στην Ελληνική Αστυνομία, και τούτο διότι κρίθηκε από το αρμόδιο υπουργείο ότι δεν ήταν λειτουργικά χρήσιμη η αξιοποίησή τους εκεί.
Κατά το υπουργείο «το μέτρο της επανασύστασης εντάσσεται στην γενικότερη ρύθμιση για την επαναφορά των απολυμένων και σε διαθεσιμότητα υπαλλήλων, που αποσκοπεί όχι μόνον στην αποκατάσταση αδικιών, αλλά και στην κάλυψη των αναγκών της διοίκησης. Η ρύθμιση της επανασύστασης της Δημοτικής Αστυνομίας, η οποία συντάχθηκε λαμβάνοντας υπόψη και σχετικές προτάσεις της ΚΕΔΕ, μετά από διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς και συνεννόηση με τα συναρμόδια υπουργεία σέβεται απολύτως τις παραπάνω αρχές. Ανασυστήνει μια υπηρεσία, η οποία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την καθημερινή ζωή των πολιτών και προσπορίζει σημαντικά οικονομικά έσοδα στους δήμους», προσθέτει.
Και καταλήγει: «το υπουργείο μας, συνεπώς, και στην περίπτωση αυτή εφάρμοσε ομοιόμορφους και αντικειμενικούς κανόνες, ίδιους για όλους τους «διαθέσιμους» υπαλλήλους, ακολουθώντας, ως προς την εκτίμηση των πραγματικών αναγκών, την γνώμη των αρμόδιων Υπουργείων».