Ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης στη σύγχρονη Ελλάδα, τα προβλήματα που αυτή αντιμετωπίζει αλλά και οι τομείς που δραστηριοποιείται στην προσπάθειά της να ανταπεξέλθει στις ανάγκες των δημοτών μέσα στην περίοδο της κρίσης, αναλύθηκαν από τον δήμαρχο Ρεθύμνου Γ. Μαρινάκη στο πλαίσιο των Ανοικτών Ακαδημαϊκών Διαλέξεων του Προγράμματος Παιδαγωγικής και Διδακτικής Επάρκειας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης -ΚΕΜΕΙΕΔΕ- Συλλογή Αρβελέρ του Πανεπιστημίου Κρήτης, που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Αρβελέρ.
Ο Γιώργος Μαρινάκης ξεκίνησε την ομιλία του δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην ενότητα, τον σχεδιασμό, τη στρατηγική και την υλοποίηση, με αφοσίωση και εργατικότητα, κοινών στόχων, με κυρίαρχο την Ανάπτυξη. Αναφέρθηκε στο ουσιαστικό και σημαντικό ρόλο των ΟΤΑ οι οποίοι, όμως όπως τόνισε, δεν τυγχάνουν της ανάλογης κρατικής υποστήριξης, αφού στερούνται επαρκούς επιχορήγησης και χρηματοδότησης, ενώ ταυτόχρονα, όπως είπε, είναι υποστελεχωμένοι.
Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην αφαίμαξη πόρων και την έλλειψη προσωπικού, η οποία αντιμετωπίζεται με μπαλώματα που δεν δίνουν ουσιαστική λύση στην αιμορραγία ανθρώπινου δυναμικού.
Ειδικότερα μεταξύ άλλων ανέφερε: «Αντί να ενισχυθούν οι Δήμοι διοικητικά, με εξειδικευμένο προσωπικό αλλά και οικονομικά, στο πλαίσιο της οικονομικής σκληρής λιτότητας, στην οποία υποβλήθηκε η χώρα λόγω της οικονομικής κρίσης, η Τοπική Αυτοδιοίκηση υπέστη και συνεχίζει να υπόκειται σε μια πρωτοφανή και ανεπίτρεπτη αφαίμαξη, στο πλαίσιο εφαρμογής μιας δημοσιονομικής πολιτικής που, αντί να εξυγιάνει, καταργεί ή υποβάλλει σε μια εντελώς αντιπαραγωγική διαδικασία, όλο το αυτοδιοικητικό οικοδόμημα.
Σύμφωνα με τη συνταγματική επιταγή, η Πολιτεία υποχρεούται να εξασφαλίζει όλες τις λειτουργικές δαπάνες των Δήμων (ΚΑΠ) και να χρηματοδοτεί το τεχνικό τους Πρόγραμμα μέσω της ΣΑΤΑ. Και οι δύο, έχουν υποστεί περικοπές: Η μεν ΚΑΠ της τάξης του 63%, η δε ΣΑΤΑ λαμβάνει περίπου το ¼ των χρημάτων που λάμβανε το 2009. Αξίζει να πούμε πως με τα ποσά αυτά όχι μόνον δεν καλύπτονται οι λειτουργικές δαπάνες του Δήμου μας, αλλά υπάρχει έλλειμμα στη μισθοδοσία προσωπικού της τάξης του 1,5 εκατ. ευρώ τον χρόνο.
Παράλληλα, οι Δήμοι, ουσιαστικά, είναι υποστελεχωμένοι, λόγω των απολύσεων ή του εξαναγκασμού σε συνταξιοδότηση, χωρίς αναπλήρωση των κενών θέσεων, αφού απαγορεύτηκαν οι προσλήψεις.
Προκειμένου δε, να καλυφθεί αποσπασματικά και ανεπαρκώς το έλλειμμα προσωπικού, να χαμηλώσουν οι τρομακτικοί δείκτες ανεργίας και να κατασταλεί η κοινωνική αντίδραση από τις στρατιές ανέργων, επινοήθηκε η λύση των 5μηνών συμβάσεων, με εξευτελιστική αμοιβή και πλήρες ωράριο εργασίας. Πολλές δε φορές, το Κράτος ασκεί τη λεγόμενη κοινωνική πολιτική του, με νομοθετήματα τα οποία μετακυλύουν το κόστος τους στους Δήμους, χωρίς ν’ απαντούν στο ερώτημα αν μπορούν οι Δήμοι ν’ ανταποκριθούν, ενώ το Κράτος υποχρηματοδοτεί, οι δε πολίτες, είναι καθημαγμένοι από την οικονομική συγκυρία. Περαιτέρω, την οικονομική δυσανεξία των ΟΤΑ εντείνουν: ο περιορισμός και η πτώση, πολλών ιδίων εσόδων τους (δημοτικοί φόροι, τέλη, δικαιώματα, εισφορές) λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά και της κοινωνικής πολιτικής που ασκεί προς τους οικονομικά αδύναμους δημότες. Αν, μάλιστα, προσθέσουμε και την αδυναμία των πολιτών ν’ ανταποκριθούν πλέον στις βασικές υποχρεώσεις τους απέναντι στον Δήμο (πληρωμές λογαριασμών νερού, ΤΑΠ, τελών παρεπιδημούντων, τροφεία σε παιδικούς σταθμούς, οφειλές από κλήσεις κ.λπ.) αντιλαμβανόμαστε εύκολα σε τι κατάσταση έχουν περιέλθει οι Δήμοι».
Παρά τις δυσκολίες όμως, όπως τόνισε μιλώντας για το παράδειγμα του Ρεθύμνου, η προσπάθεια, η σκληρή δουλειά και η διεκδίκηση απέφεραν καρπούς και το Ρέθυμνο εξελίσσεται σε όλους τους τομείς αξιοποιώντας σε μεγάλο βαθμό τα ευρωπαϊκά προγράμματα.
«Εκτιμούμε, πως καταφέραμε, παρά τη δυσμένεια των καιρών, με πολλή δουλειά, επίπονη προσπάθεια και επίμονες διεκδικήσεις που διεξάγονται σ’ ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, να υλοποιήσουμε ένα σύνολο έργων που ενίσχυσαν τη λειτουργικότητα της πόλης, άλλαξαν θετικά το προφίλ της, εμπλούτισαν τις προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξής της και αναβάθμισαν την ποιότητα ζωής των κατοίκων της, καθιστώντας την παράλληλα φιλική κι ελκυστική στους κατοίκους κι επισκέπτες της.
Προφανώς, υπάρχουν θέματα στην πόλη και τους οικισμούς, που χρήζουν βελτίωσης. Ιδιαίτερα στην ενδοχώρα, το επίπεδο των υποδομών είναι σε κατάσταση μη αποδεκτή. Ίσως, ο «Καλλικράτης», με πραγματικούς πόρους, να ήταν η απάντηση στο πρόβλημα αυτό. Δυστυχώς, όμως, , το μόνο που μας απομένει είναι η σωστή προετοιμασία και η διαρκής επαγρύπνηση ώστε να μην μας ξεφεύγει καμία χρηματοδοτική ευκαιρία προκειμένου να λύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα προβλήματα. Γι’ αυτό εξάλλου και παραμένουμε ανοιχτοί σε προκλήσεις και προτάσεις, μέσα από διαδικασίες διαφάνειας, δημόσιου διαλόγου, συχνής διαβούλευσης και έντιμης επικοινωνίας με τους πολίτες. Για να αφουγκραζόμαστε τις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες της κοινωνίας μας, να τις ιεραρχούμε και να παλεύουμε για τη διαχείριση και κάλυψή τους.
Συναισθανόμαστε ότι διαχειριζόμαστε ένα ευλογημένο τόπο με πλούσια ιστορία, εξαιρετικό κλίμα, σπάνια βιοποικιλότητά, μοναδικό φυσικό περιβάλλον, πλήθος μνημείων – ανθεκτικοί μάρτυρες όλων των λαών που πέρασαν απ’ αυτό τον τόπο, ακόμα και ως κατακτητές, τα οποία συνυπάρχουν με τις λειτουργίες της νέας πόλης κι ένα Πανεπιστήμιο που μας κάνει συνεχώς υπερήφανους που, μαζί με τον Τουρισμό, εκτόξευσαν την ανάπτυξη του τόπου μας.
Η παρουσία του Πανεπιστημίου, όπως και η τουριστική ανάπτυξη, άσκησε, ως ήτο αναμενόμενο, μια σημαντική οικιστική πίεση στην πόλη, αφού οι ανάγκες σε στέγη, σε μέσα μεταφοράς και σε ψυχαγωγία έγιναν εντονότερες. Είναι αλήθεια βέβαια ότι ειδικά η τουριστική ανάπτυξη, ως ένα βαθμό, εξελίχθηκε άκριτα, χωρίς τον απαιτούμενο σχεδιασμό και όραμα. Έτσι, ειδικά η πόλη, άρχισε να θυσιάζει τη γραφικότητά της στην άναρχη οικιστική δόμηση, τη συρρίκνωση των ελεύθερων δημόσιων χώρων, την ανεξέλεγκτη κυκλοφορία, την ασύδοτη και παράνομη κατάληψη κοινόχρηστων χώρων και στην καλλιέργεια μιας νοοτροπίας ασύμβατης, με τη μέχρι τότε παράδοσή της.
Επιτακτική λοιπόν προέκυψε η ανάγκη αναστροφής της πορείας μ’ ένα σχέδιο βιώσιμης ανάπτυξης που θα είχε ως στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των δημοτών και των επισκεπτών μας και τη δημιουργία μιας πόλης βιώσιμης, ανταγωνιστικής και προοδευτικής», σημείωσε ο Γ. Μαρινάκης.
Πιο συγκεκριμένα, αναφερόμενος στο όραμα, την στρατηγική και τη φιλοσοφία του Δήμου για βιώσιμη ανάπτυξη, τόνισε ότι ο Δήμος, επένδυσε με όρους ποιότητας και όχι ποσότητας, στα σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της πόλης δίδοντας προτεραιότητα στην εκτέλεση έργων που θα άλλαζαν την αισθητική και τη λειτουργία της πόλης, αλλά κυρίως τη νοοτροπία και τη συμπεριφορά των πολιτών.
«Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη τις πραγματικές ανάγκες της πόλης μας, των ανθρώπων της και των επισκεπτών μας, τις δυνατότητές της και με σεβασμό στο φυσικό, αστικό και μνημειακό περιβάλλον της, καταρτίσαμε κι εφαρμόσαμε ένα ολοκληρωμένο αναπτυξιακό πλάνο βιώσιμης ανάπτυξης. Στις προτεραιότητες του αναπτυξιακού μας πλάνου εντάξαμε τη βιώσιμη κινητικότητα, χωρίς να παραβλέπουμε την ανάγκη αστικής και περιαστικής ανάπτυξης, την ανάδειξη και διαχείριση του παραλιακού μετώπου, την αξιοποίηση της εξαιρετικής ενδοχώρας μας και των παραλιών, την προστασία και αύξηση του πρασίνου, των ρεμάτων, του τοπίου, των ευπαθών περιοχών, την ενεργειακή πολιτική του Δήμου μέσα από την εξοικονόμηση ενέργειας και μείωση εκπομπών CO2, την ενίσχυση της αγροτικής, τουριστικής και πολιτιστικής ανάπτυξης του Δήμου μας, τη στήριξη κι ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, αφού χωρίς την ύπαρξη μιας υγιούς και δυνατής κοινωνίας, οποιαδήποτε προσπάθεια για ανάπτυξη είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Όραμά μας είναι η αναγνωρισιμότητα του Ρεθύμνου και της ευρύτερης περιοχής του, όχι μόνο ως αξιόλογου τουριστικού προορισμού, αλλά και ως πρότυπο βιώσιμου Δήμου, μεσαίου μεγέθους στη χώρα, και ως τόπου υποδοχής σοβαρών επενδυτικών πρωτοβουλιών.
Έχοντας λοιπόν στο μυαλό μας ότι Δήμος δεν είναι μόνο οι υποδομές αλλά, κυρίως, είναι η κοινωνία και οι άνθρωποί της καθώς και οι νοοτροπίες που καθορίζουν τις ανθρώπινες συμπεριφορές, προσπαθήσαμε να συνδέσουμε όλα τα σχεδιαζόμενα έργα, τα αναγκαία για τη βελτίωση του αστικού και κοινωνικού εξοπλισμού, με τη φιλοσοφία της βιώσιμης κινητικότητας, την οποία αντιλαμβανόμαστε ως τρόπο σκέψης και ζωής, ως άυλο αγαθό και ως τρόπο χρήσης της πόλης ο οποίος προσδίδει ποιοτικά χαρακτηριστικά στο δημόσιο χώρο και θέτει στο επίκεντρο της αναπτυξιακής διαδικασίας τον Άνθρωπο και το Περιβάλλον.
Συμφωνήσαμε επίσης εξαρχής ότι ειδικά η μεταμόρφωση μιας πόλης, δε μπορεί να βασιστεί στο ένστικτο, στην ατομική αισθητική, σε αποσπασματικές παρεμβάσεις και σε αυτοσχεδιασμούς αλλά σ’ ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό στον τομέα της βιώσιμης κινητικότητας, που δεν θ’ αφήνει τίποτα στην τύχη του. Για τον λόγο αυτό, απευθυνθήκαμε στο ΕΜΠ και ιδιαίτερα στον καθηγητή κ. Θάνο Βλαστό και τους συνεργάτες του που έχουν σημαντική ερευνητική εμπειρία και γνώση των σημερινών ευρωπαϊκών πολιτικών στην Πολεοδομία και τις Μεταφορές, συνδυάζοντας το όραμα με τη ρεαλιστική υλοποίησή του.
Τα κυρίαρχα στοιχεία που διαπνέουν τη φιλοσοφία μας, λοιπόν, μπορούν να συνοψιστούν: στην απελευθέρωση του δημόσιου χώρου, στην αλλαγή της νοοτροπίας των πολιτών και στον προσανατολισμό του δημοσίου έργου σε κατεύθυνση που να υποδηλώνει ποιο τελικά σεβόμαστε: τον πεζό, τον ανάπηρο, τον ηλικιωμένο, τη μητέρα και τα παιδιά ή εκείνον που νομίζει ότι τα τέλη κυκλοφορίας του δίνουν το δικαίωμα της άναρχης, επικίνδυνης κυκλοφορίας και παράνομης στάθμευσης;
Όλα τα έργα που κάναμε και όσα θ’ ακολουθήσουν, «κουμπώνουν» σε αυτό το όραμα και σε αυτό το στόχο. Έτσι ολοκληρώσαμε το Σχέδιο Βιώσιμης Κινητικότητας της πόλης του Ρεθύμνου», τόνισε μεταξύ άλλων ο Γ. Μαρινάκης.
Μίλησε για τις νέες κεντρικές οδικές αρτηρίες, με εκτεταμένες πεζοδρομήσεις, και τους ποδηλατοδρόμους, ενώ κατονόμασε τα έργα των αναπλάσεων σημειώνοντας ότι η δημοτική αρχή δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην εφαρμογή δραστικών μέτρων ανακούφισης του έντονου κυκλοφοριακού προβλήματος της πόλης κι ενθάρρυνσης της χρήσης των εναλλακτικών μορφών μετακίνησης για σύντομες διαδρομές.
Αναφέρθηκε στο πρόγραμμα κοινόχρηστων ποδηλάτων, αλλά και στο σχεδιασμό του Δήμου σε συνεργασία με το ΚΤΕΛ, προκειμένου να εξασφαλιστεί ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, με στόχο τη δημιουργία των κατάλληλων υποδομών που να διευκολύνουν τους πολίτες στη χρήση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς.
Σε ό,τι αφορά τον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, μίλησε για την υιοθέτηση πράσινων πολιτικών εξοικονόμησης ενέργειας και προστασίας του περιβάλλοντος, για το Σύμφωνο των Δημάρχων που είναι η κυριότερη ευρωπαϊκή κίνηση στην οποία συμμετέχουν τοπικές και περιφερειακές αρχές, με την οποία υπάρχει δέσμευση εθελοντικά της μείωσης των εκπομπών CO2 επίσης κατά τουλάχιστον 20% έως και το 2020, το οποίο έχει υπογράψει ο Δήμος καθώς και τη συμμετοχή του στο Μayor’s Adapt που αποτελεί μια πολύ σημαντική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την οποία συνυπογράφουν δήμαρχοι ευρωπαϊκών πόλεων, μεταξύ αυτών και το Ρέθυμνο, και αφορά την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.
Μιλώντας για την κοινωνική πολιτική του Δήμου, ο δήμαρχος αναφέρθηκε στα πέντε ΚΑΠΗ που λειτουργούν στον Δήμο, στους έξι Παιδικούς και Βρεφονηπιακούς Σταθμούς. Επιπλέον, όπως είπε, λειτουργούν άλλοι δύο Βρεφονηπιακοί Σταθμοί, στην Παλιά Πόλη και του Αρμένους, ένα ΚΔΑΠ, ένα ΚΗΦΗ, και πέντε συνολικά Μονάδες του Προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο τμήμα Παιδείας και Δια Βίου Μάθησης που συνεργάζεται στενά με τις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, τους Συλλόγους Γονέων και τις σχολικές επιτροπές, ώστε μαζί να διαχειριστούν τα πολλαπλά προβλήματα που βάλλουν την Εκπαίδευση σε όλε στις βαθμίδες. Μίλησε για την συνεργασία του Τμήματος Παιδείας και της ΚΕΔΗΡ με το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το ΤΕΙ Μουσικής Ακουστικής και Τεχνολογίας σε επίπεδο διοργάνωσης δημόσιων διαλέξεων, υποστήριξης σημαντικών επιστημονικών Συνεδρίων και πολιτιστικών εκδηλώσεων κ.ά., ενώ αναφέρθηκε και στο Τμήμα Αθλητισμού που διοργανώνει σειρά αθλητικών δραστηριοτήτων.
Σε ό,τι αφορά τον τομέα Περιβάλλοντος -Καθαριότητας ο δήμαρχος αναφέρθηκε στον τρόπο αποκομιδής απορριμμάτων, μίλησε για τη διαχείριση των ιατρικών αποβλήτων και για την ανακύκλωση. Επίσης αναφέρθηκε και στις αρμοδιότητες του τμήματος Πρασίνου, αλλά και στο έργο της ΔΕΥΑΡ.
Για τον τομέα του Πολιτισμού -Τουρισμού μίλησε για το καρναβάλι, για το Αναγεννησιακό Φεστιβάλ, τη Γιορτή Κρητικής Διατροφής. Επίσης αναφέρθηκε στη συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κρήτης μέσω της οποίας κάθε καλοκαίρι, για μία εβδομάδα, Ομάδα Καθηγητών και Φοιτητών του Πανεπιστήμιου Cambridge του Τμήματος Ανθρωπολογίας, οι οποίοι εκπονούν πτυχιακές εργασίες με θέμα τον Πολιτισμό, τις Επιστήμες και τον Τουρισμό του Ρεθύμνου και της Κρήτης αλλά και στη συνεργασία με Πανεπιστήμια της Ιταλίας, ενώ αναφορά έκανε και στη συνεργασία με τη Σχολή Καλών Τεχνών που εδρεύει στο Ρέθυμνο, η οποία, μαζί με το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, διοργανώνει σημαντικές Εκθέσεις και μεταξύ άλλων τόνισε:
«Χάρη στους εθελοντές που έχει ευλογηθεί αυτή η πόλη να διαθέτει, το κόστος διοργάνωσης όλων αυτών των εκδηλώσεων είναι πολύ μικρό. Έτσι οι κάτοικοι και επισκέπτες του Ρεθύμνου έχουν μια αξιοθαύμαστη ποικιλία επιλογών τόσο για την πνευματική τους ανάταση και καλλιέργεια όσο και για την ποιοτική τους διασκέδαση.
Για μας ο Τουρισμός, πέραν της ιδιότητάς του ως ο βασικός οικονομικός και αναπτυξιακός άξονας του τόπου μας, γίνεται αντιληπτός και ως θεμελιακή κοινωνική δομή που διασφαλίζει την υγιή πολιτισμική αλληλεπίδραση μεταξύ λαών με διαφορετική κουλτούρα, νοοτροπία συμπεριφορά, ήθη και συνήθειες. Ωριμάζουμε όλοι δημιουργικά και εξελισσόμαστε θετικά μέσα από αυτή την αλληλεπίδραση, ως άνθρωποι με πολλαπλούς κοινωνικούς ρόλους, σε μια πόλη που επενδύει στην εξωστρέφειά της, ως μέσο αυτοβελτίωσής της.
Γι’ αυτό και η ΚΕΔΗΡ όπως και το τμήμα Τουρισμού του Δήμου βρίσκονται σε διαρκή επαγρύπνηση και σε συνεργασία με του τοπικούς τουριστικούς φορείς, επιδιώκουν την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου μέσα από στοχευμένες δράσεις που, σε συνδυασμό με τα έργα υποδομής, θα προσελκύσουν ξένους επισκέπτες καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Μέσα λοιπόν από πλήθος ανταλλαγών επισκέψεων και συνεργασιών στο πλαίσιο των επαφών μας με αρμόδιους τουριστικούς παράγοντες αλλά και Πανεπιστήμια της Σαγκάη, του Βερολίνου, του Ντύσσελντορφ, της Κωνσταντινούπολης, της Στοκχόλμης, της Μπολόνια, κ.ά. εγκαθιδρύσαμε ελπιδοφόρες προοπτικές για τον επιδιωκόμενο στόχο μας στον τομέα του τουρισμού», σημείωσε μεταξύ άλλων.
Καταλήγοντας ο Γ. Μαρινάκης υπογράμμισε:
«Το Ρέθυμνο έχει πολλές προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης, πολλές δυνατότητες σε όλα τα επίπεδα και πολύ πλούτο: Πνευματικό, Ενεργειακό, Χωροταξικό -γεωγραφικό και φυσικό και Ανθρώπινο, αφού συνεχίζουμε να επενδύουμε στην ποιότητα των ανθρώπων μας που είναι διαπιστωμένη όπως επιβεβαιωμένη είναι και η διάθεσή τους είναι να γίνουν ενεργά μέλη όλης αυτής της προσπάθειας.
Πάνω απ όλα, ως τοπική αυτοδιοίκηση, έχουμε εμπιστοσύνη στους ανθρώπους αυτού του τόπου. Γνωρίζουμε καθημερινά από τη συναλλαγή μαζί τους τις εκπληκτικές τους δυνατότητες, τις οποίες προσπαθούμε συνεχώς να τους εμπνέουμε να τις μοιραστούν μαζί μας για την προκοπή του τόπου και των παιδιών μας. Σε αυτούς τους ανθρώπους συγκαταλέγεστε κι εσείς».
Από την πλευρά του ο Αντώνης Χουρδάκης, υπεύθυνος του προγράμματος Παιδαγωγικής Διδακτικής Επάρκειας, σε σχετικές δηλώσεις του είπε: «η ομιλία του δημάρχου εντάσσεται στο πλαίσιο των ανοιχτών ακαδημαϊκών μαθημάτων που έχουμε καθιερώσει για το Κέντρο Αρβελέρ που είναι ανοιχτά στην κοινωνία, στους πολίτες και στους φοιτητές μας για να τους ευαισθητοποιήσουμε σε θέματα που απασχολούν την επικαιρότητα. Ήδη, έχουν προηγηθεί ομιλητές από το εξωτερικό και την Ελλάδα, απευθύνονται στο ρεθεμνιώτικο κοινό και στους φοιτητές μας και σε μαθήματα που δίνουμε για τους εκπαιδευτικούς που πρόκειται να διορίσουν και είναι απαραίτητο να λάβουν το πιστοποιητικό διδακτικής επάρκειας».