Με μελανά χρώματα περιγράφει την κατάσταση που επικρατεί στον χώρο της Δημόσιας Υγείας του Νομού, τόσο σε επίπεδο Πρωτοβάθμιας όσο και σε επίπεδο Δευτεροβάθμιας περίθαλψης, ο Ιατρικός Σύλλογος Ρεθύμνου.
Από το Νοσοκομείο έως τα Κέντρα Υγείας, τα Περιφερειακά Ιατρεία και τα Ιατρεία του ΙΚΑ / ΕΟΠΥΥ /ΠΕΔΥ, το σύστημα δείχνει βαριά «άρρωστο», σύμφωνα με τον Επιστημονικό Σύλλογο, με αποτέλεσμα την ταλαιπωρία ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού αλλά και των πολιτών.
Ειδικά για το Νοσοκομείο Ρεθύμνου, αλλά και για όλα τα Νοσοκομεία του ΕΣΥ, ο σύλλογος τονίζει ότι βιώνουν τη χειρότερη ίσως περίοδο της τελευταίας 20ετιας, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις συχνές αναφορές για την κατάσταση που αντιμετωπίζουν καθημερινά, νοσοκομειακοί γιατροί, εργαζόμενοι και ασθενείς.
Ο Ιατρικός Σύλλογος επισημαίνει πως η Πρωτοβάθμια Περίθαλψη (Π.Π) εξακολουθεί να είναι ο αδύναμος κρίκος του συστήματος υγείας στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται τα Νοσοκομεία με έναν απίστευτο «όγκο» περιστατικών, την ώρα που τα ίδια καλούνται να ανταπεξέλθουν στις καθημερινές ανάγκες με μειωμένο προσωπικό.
Με ανοιχτή επιστολή του, ο Ιατρικός Σύλλογος, καλεί την ηγεσία του υπουργείου Υγείας να δώσει οριστικές λύσεις στα προβλήματα της Δημόσιας Υγείας, χαρακτηρίζει εμβαλωματικές τις ενέργειες που γίνονται σε πολλές περιπτώσεις, ενώ σε κάποιες απ’ αυτές δημιουργούν μεγαλύτερο πρόβλημα απ’ αυτό που υπάρχει, όπως η απόφαση του υπουργού Υγείας να συμπληρωθούν κενά εφημεριών στο Νοσοκομείο με τους γενικούς γιατρούς των ΚΥ και των ΠΙ, γεγονός που έχει προκαλέσει αναστάτωση και αντιπαράθεση μεταξύ των γενικών γιατρών και των συναδέλφων τους στο ΓΝΡ, αλλά και αναστάτωση στις τοπικές κοινωνίες, αφού εντείνει την ανησυχία τους για την ίδια την ύπαρξη και τη λειτουργία των Κέντρων Υγείας ή η απόφαση για μεταφορά και εκτέλεση των εργαστηριακών εξετάσεων από τα ΚΕΝΤΡΑ ΥΓΕΙΑΣ στα υπερφορτωμένα εργαστήρια του Νοσοκομείου.
Για τον Ιατρικό Σύλλογο αναγκαία, σε άμεσο μάλιστα χρόνο, κρίνονται: Οι προσλήψεις νέων μόνιμων γιατρών στο ΕΣΥ, η αναστροφή της ιατρικής μετανάστευσης, η παρουσία ειδικευόμενων (είδος ουσιώδες εν ανεπάρκεια τα τελευταία χρόνια), η κάλυψη κλινικών που δεν λειτουργούν (με δυο τουλάχιστον γιατρούς) αλλά και των κενών οργανικών θέσεων των άλλων τμημάτων του Νοσοκομείου, για ασφαλή εφημεριακά προγράμματα και καλύτερη διακίνηση των περιστατικών, αύξηση του Παραϊατρικού προσωπικού για Κλινικές, ΜΕΘ και Εργαστήρια καθώς αν στους γιατρούς τα πράγματα είναι άσχημα, στους νοσηλευτές και στους βοηθούς εργαστηριών είναι χειρότερα, όπως επισημαίνεται.
«Χρειάζεται σχέδιο ολοκληρωμένο, άμεσης εκκίνησης και προοδευτικής εφαρμογής με περιθώρια διόρθωσης με ορίζοντα τουλάχιστον δεκαετίας, με συναίνεση και διάθεση συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκομένων, μακριά από κάθε προσωπική ή πολιτική σκοπιμότητα, αφού ο ευαίσθητος χώρος της υγείας και ιδιαίτερα του/των Νοσοκομείων δεν προσφέρεται για πεδίο ιδεολογικής ή (μικρό) συμφεροντολογικής αντιπαράθεσης», τονίζει ο Ιατρικός Σύλλογος Ρεθύμνου.
Αναλυτικά…
Παρέμβαση του Ιατρικού Συλλόγου Ρεθύμνου για το σύστημα υγείας
ΜΕ ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΑΛΕΙ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΝΑ ΔΩΣΕΙ ΛΥΣΕΙΣ
Παρέμβαση για την κατάσταση στον χώρο της Δημόσιας Υγείας στο Νομό, κάνει με ανοικτή επιστολή του ο Ιατρικός Σύλλογος Ρεθύμνου, επισημαίνοντας τα σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν τόσο σε επίπεδο Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης όσο και Δευτεροβάθμιας, καλώντας την ηγεσία του υπουργείου Υγείας να δώσει προτεραιότητα στην οριστική επίλυσή τους.
Το πλήρες περιεχόμενο της επιστολής, έχει ως εξής:
«Η Πρωτοβάθμια Περίθαλψη (ΠΠ) εξακολουθεί να είναι ο αδύναμος κρίκος του συστήματος υγείας στην χώρα μας, ενώ την ίδια στιγμή τα νοσοκομεία του ΕΣΥ βιώνουν τη χειρότερη ίσως περίοδο της τελευταίας 20ετιας, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις συχνές αναφορές για την κατάσταση που αντιμετωπίζουν, καθημερινά, νοσοκομειακοί γιατροί, εργαζόμενοι και ασθενείς.
Ό,τι έχει εξαγγελθεί καθυστερεί να υλοποιηθεί και είναι εμφανής η προσπάθεια να κερδηθεί χρόνος. Η σωστή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων ειδικά στην υγεία είναι μια δύσκολη υπόθεση αλλά η εξοικονόμηση έχει και όρια. Όρια που τίθενται αυτόματα από την ποιότητα και την επάρκεια των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε αριθμούς ή στατιστικά για τον Νομό μας. Υστερούμε χαρακτηριστικά. Και καθυστερούμε χαρακτηριστικά. Δεν ζητάμε προνομιακή μεταχείριση, αλλά προτεραιότητα σε τομείς που έχουμε μείνει πίσω.
Συγκεκριμένα θεωρούμε ότι πρέπει να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα σε ζητήματα όπως η αύξηση της χρηματοδότησης για το Νοσοκομείο, αλλά και για την υγεία γενικότερα. Είναι καλοδεχούμενη αν έγινε όπως ισχυρίζεται η ΥΠΕ και το υπουργείο, αλλά θα πρέπει να γίνει άμεσα αντιληπτή καλύπτοντας συγκεκριμένες ανάγκες σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή.
Οι προσλήψεις νέων μόνιμων γιατρών στο ΕΣΥ, η αναστροφή της ιατρικής μετανάστευσης, η παρουσία ειδικευόμενων (είδος ουσιώδες εν ανεπάρκεια τα τελευταία χρόνια), η κάλυψη κλινικών που δεν λειτουργούν (με δυο τουλάχιστον γιατρούς) αλλά και των κενών οργανικών θέσεων των άλλων τμημάτων, για ασφαλή εφημεριακά προγράμματα και καλύτερη διακίνηση των περιστατικών, το Παραϊατρικό προσωπικό (αν στους γιατρούς τα πράγματα είναι άσχημα, στους νοσηλευτές και στους βοηθούς εργαστηριών είναι χειρότερα) για Κλινικές, ΜΕΘ και Εργαστήρια.
Η βελτίωση της κατάστασης στο Νοσοκομείο απαιτεί επίσης καλύτερες συνθήκες εργασίας και καλύτερο επίπεδο συνεργασίας μεταξύ γιατρών και τμημάτων που δεν είναι πάντα ούτε αυτονόητη ούτε δεδομένη. Ο ρόλος του εκάστοτε Διοικητή είναι καθοριστικός.
Η Πρωτοβάθμια δημόσια δομή υγείας, 16ωρης λειτουργίας στην πόλη (έχει νομοθετηθεί αλλά παραμένει εξαγγελία) με μόνιμους γιατρούς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης για την αποσυμφόρηση του ΓΝΡ αντί για τα αποδυναμωμένα και ανεπαρκή πολυιατρεία ΙΚΑ / ΕΟΠΥΥ /ΠΕΔΥ.
Οι συμβάσεις νέου τύπου, άμεσα, μεταξύ ΕΟΠΥΥ και τους ιδιωτών ειδικευμένων γιατρών, ανάλογα με τις ανάγκες του πληθυσμού, με τον γιατρό να επιλέγει ελεύθερα αν θα συμβάλλεται και τον ασθενή να επιλέγει τον γιατρό του παράλληλα με την πολυαναμενόμενη εφαρμογή του θεσμού του οικογενειακού γιατρού.
Την ΑΜΕΣΗ αλλαγή του σημερινού απαράδεκτου και ανεπαρκούς συστήματος λειτουργιάς του ΕΟΠΥΥ, με τους λίγους γιατρούς, το πλαφόν των 200 / μήνα που διαχωρίζει τους ασθενείς σε α’ και β’ κατηγορίας (ανάλογα με την ώρα που ξυπνάνε το πρωί και την οικονομική τους κατάσταση), που εντέλει ταλαιπωρεί και προσβάλει γιατρούς και ασφαλισμένους, προάγοντας μόνο την άγρα πελατείας και τον αθέμιτο ανταγωνισμό όπως συνέβαινε ανέκαθεν με την μερική απασχόληση των γιατρών του πρώην ΙΚΑ.
Επισημαίνουμε ότι οι συμβεβλημένοι γιατροί και τα εργαστήρια, ενώ έχουν καλύψει το μεγάλο μέρος των υποχρεώσεων του ΕΟΠΥΥ, έχουν γίνει αντικείμενο απροκάλυπτης ομηρίας και εκμετάλλευσης ,συκοφαντικών επιθέσεων και αλαζονικής συμπεριφοράς εκ μέρους των διοικήσεων, με αποτέλεσμα, 4 χρόνια μετά, τα μικρά / μεσαία εργαστήρια και οι ιδιώτες γιατροί να αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης αφού χρηματοδοτούν πλέον οι ίδιοι (!) τη λειτουργία των ιατρείων/εργαστηριών τους ενώ ο ΕΟΠΥΥ χρωστάει εκτός των άλλων, τα δεδουλευμένα και απλήρωτα των ταμείων, πριν την ίδρυσή του, την εκκαθάριση των 4 χρόνων λειτουργίας του και τους τελευταίους 6 μήνες! με την ανοχή των εμπλεκόμενων υπουργών και την ενοχή των διορισμένων διοικήσεών του.
Τα Κέντρα Υγείας και τα Περιφερειακά Ιατρεία χρειάζονται πληρότητα προσωπικού, με εργαστηριακό τομέα και κυρίως 24ωρη δυνατότητα κάλυψης με ασθενοφόρο είτε του ΕΚΑΒ είτε του ίδιου του κέντρου (ένας οδηγός ανά δυο κέντρα δεν είναι οικονομία πόρων ,είναι ρώσικη ρουλέτα).
Η απόφαση του υπουργού να συμπληρωθούν κάποια κενά εφημεριών στο Νοσοκομείο με τους γενικούς γιατρούς των ΚΥ και των ΠΙ , έχει δημιουργήσει αναστάτωση και αντιπαράθεση μεταξύ των γενικών γιατρών και των συναδέλφων τους στο ΓΝΡ αλλά και την αντίδραση των τοπικών κοινωνιών αφού εντείνει την ανησυχία τους για την ίδια την ύπαρξη κα την λειτουργία των ΚΥ.
Είναι μέτρο εμβαλωματικο, δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά σύμφωνα με την άποψη των γενικών γιατρών και σίγουρα η λύση είναι να καλυφτούν πραγματικά τα οργανικά κενά του Νοσοκομείου και όχι να επικαλυφτούν πρόχειρα.
Τέλος όσον αφορά το ζήτημα της μεταφοράς και της εκτέλεσης των εργαστηριακών, σύμφωνα με απόφαση της ΥΠΕ , από τα Κέντρα Υγείας στο υπερφορτωμένα εργαστήρια του νοσοκομείου που καλύπτουν οριακά ακόμη και τα επείγοντα του νοσοκομείου στο ακτινολογικό (πόσο συχνά δεν εφημερεύει ακτινολόγος ;), στο βιοχημικό και στο βιοπαθολογικό τομέα, φάνηκε σε πρόσφατη ανακοίνωση, ότι το νέο εγχείρημα επιχειρείται χωρίς την ενημέρωση και την σύμφωνη γνώμη των εργαστηριακών που θα επωμιστούν με λιγότερο από το προβλεπόμενο προσωπικό-ιατρικό και παραϊατρικό-πολλαπλάσιο έργο.
Η σημερινή κατάσταση των εργαστηρίων στα ΚΥ και η λειτουργία τους απέχει πολύ από αυτό που προβλέπεται από τον οργανισμό λειτουργίας τους. Όμως, αυτό που προτείνεται από την ΥΠΕ ανοίγει ένα ακόμη μέτωπο. Καλλιεργείται κλίμα αντιπαράθεσης, αφού δηλώνεται άρνηση συνεργασίας από τους νοσοκομειακούς, καταγγέλλεται η άνιση κατανομή του εργαστηριακού έργου, εγείρονται σοβαρά θέματα για την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων ( θέματα πιστοποίησης και διαπίστευσης των εργαστηρίων στα Δημόσια Νοσοκομεία και στα Κ. Υγείας ),τους χρόνους έκδοσης και την έγκαιρη αξιολόγηση των απαντήσεων από τους θεράποντες ιατρούς για την λήψη θεραπευτικών αποφάσεων. Η εικόνα ασυνεννοησίας και έλλειψης συνεργασίας διοίκησης και εργαζομένων, απλά επιτείνει την ανασφάλεια των πολιτών.
Υπάρχει βέβαια και το σενάριο της συγκέντρωσης της… εξεταστέας ύλης κατ αρχήν στα μικρά (και απροετοίμαστα νοσοκομεία), στη συνέχεια στα μεγάλα νοσοκομεία και εντέλει σε ένα ή περισσότερα υπερ-διαγνωστικά κέντρα (κατόπιν… μειοδοτικού βέβαια) από αυτά που ισχυροί επιχειρηματίες στήνουν σε όλη την επικράτεια.
Διασφαλίζεται άραγε η επιστημονική και επαγγελματική αξιοπρέπεια των γιατρών σε ένα τέτοιο περιβάλλον μαζικής ιατρικής με χαρακτηριστικά κοινής εμπορικής δραστηριότητας; Είναι λογικό να περιμένουν όλοι από τον υπερχρεωμένο και αφερέγγυο ΕΟΠΥΥ (θα τον σώσει άραγε η τελευταία άγρια εισφοροδοτική επιδρομή;) πότε θα πληρωθούν και με ποιες απώλειες;
Θεωρούμε, ως ΙΣΡ, ότι χρειάζεται σχέδιο ολοκληρωμένο, άμεσης εκκίνησης και προοδευτικής εφαρμογής με περιθώρια διόρθωσης με ορίζοντα τουλάχιστον δεκαετίας (στην Ευρώπη διαθέτουν πολύ περισσότερο χρόνο), με συναίνεση και διάθεση συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκομένων, μακριά από κάθε προσωπική ή πολιτική σκοπιμότητα, αφού ο ευαίσθητος χώρος της υγείας και ιδιαίτερα του/των Νοσοκομείων δεν προσφέρεται για πεδίο ιδεολογικής η (μικρό) συμφεροντολογικής αντιπαράθεσης.
Ο ΠΙΣ σε κεντρικό επίπεδο, συμμετέχει τόσο στον σχεδιασμό της νέας ΠΠ όσο και στην κατάρτιση των νέων συμβάσεων του ΕΟΠΥΥ και ευελπιστούμε ότι αυτή τη φορά θα εισακουστούν και οι προτάσεις μας εκτός από τις διάφορες επιτροπές σοφών.
Εξάλλου οι προτάσεις αυτές έχουν κατ επανάληψη υπερψηφιστεί από την πλειοψηφία των εκπροσώπων των ιατρικών συλλόγων της χώρας κατά τις συνελεύσεις του ΠΙΣ.
Με τις επισημάνσεις αυτές κλείνουμε την παρέμβασή μας για την ΥΓΕΙΑ στον Νομό και γενικότερα, παρακολουθούμε τις εξελίξεις και θα επανέλθουμε όταν χρειαστεί.
Εκφράζουμε, τελειώνοντας, στον νέο διοικητή του Νοσοκομείου τις ειλικρινείς ευχές μας να επιτύχει στο έργο του, καθώς και τη διάθεσή μας να συνδράμουμε σε ό,τι θα μπορούσε να βοηθήσει το Νοσοκομείο μας να λειτουργήσει καλύτερα.
Είμαστε όλοι, εδώ και χρόνια, ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι για την πορεία του, αφού είναι υπόθεση όλων μας, ανεξαιρέτως».