Η βασική αιτία που το σημερινό σχολείο συχνά είναι αποκομμένο από τη ζωή και λειτουργεί μακριά από τις κοινωνικές ανάγκες και δομές του περιβάλλοντος στο οποίο ανήκει, είναι ότι του λείπει η ευρεία δημιουργική δραστηριότητα και η ενεργός συμμετοχή του στα διάφορα κοινωνικά προβλήματα. Η αγωγή και καλλιέργεια του νέου ανθρώπου δεν πετυχαίνεται μόνο με τη διδασκαλία μέσα στην τάξη. τη γνώση μπορεί ο μαθητής να την κατακτήσει βεβαιότερη μόνο αν την ζήσει, την βιώσει– και, μάλιστα, όχι μόνο στην αίθουσα διδασκαλίας- παράλληλα δε αν βοηθηθεί από τον εκπαιδευτικό να την κερδίσει μόνος του, γιατί τότε το βίωμα, ως τελικό αποτέλεσμα, θα γίνει κτήμα του και θα αποτυπωθεί βαθιά μέσα στην ψυχή του.
Το σχολείο και η κοινωνική πραγματικότητα δεν πρέπει να είναι δυο άσχετοι ή ενάντιοι μεταξύ τους κόσμοι, αλλά, αντίθετα, να αναπτύσσεται ανάμεσά τους μια ελκτική διαλεκτική σχέση. η κοινωνική πραγματικότητα οφείλει να προβληματίζει το σχολείο και το σχολείο να φωτίζει, δια μέσου των μαθητών του και να φωτίζεται από την κοινωνική πραγματικότητα. Με τον τρόπο αυτόν αίρεται η στεγανοποίηση του σχολείου και ξεπερνιέται σε σημαντικό βαθμό ο, αναπόφευκτα, συντηρητικός και στατικός του χαρακτήρας.
Η προοπτική αυτή επιτυγχάνεται μέσα από διάφορες δραστηριότητες του σχολείου, όπως, για παράδειγμα, τις εργασίες που συντελούνται στα πλαίσια του μαθήματος της «Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης», με τα εκπαιδευτικά προγράμματα με τους υψηλούς στόχους που το μάθημα αυτό κάθε φορά προτείνει. Αυτό το διαπιστώσαμε και μεις με τους μαθητές μας, που είχαμε την ευκαιρία κατά τα χρόνια της υπηρεσίας μας να δημιουργήσουμε, μαζί τους, τρία βιβλία για το Ρέθυμνο, χιλίων (1.000), περίπου, σελίδων συνολικά, και εξ αιτίας αυτού οι μαθητές μας βρέθηκαν για δέκα συνολικά χρόνια, πολλές ώρες «εκτός σχολικής αιθούσης», σε άλλους χώρους και με πολλούς άλλους, εκτός σχολικού περιβάλλοντος, Ρεθυμνιώτες, για συνεντεύξεις, έρευνα και συλλογή πληροφοριών από βιβλιοθήκες, δημόσια οικοδομήματα, μνημεία, επιγραφές, γλυπτά κ.λπ. Η δημιουργία, επίσης, από τους μαθητές περιοδικών και άλλων εντύπων και, γενικότερα, κάθε είδους δραστηριοτήτων που απευθύνονται προς το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, με συνεντεύξεις, επισκέψεις, καταγραφές κλπ. Έτσι, το σχολείο με τις δραστηριότητές του αυτές ανοίγει διάπλατα τις πόρτες του στην κοινωνική πραγματικότητα με επιπτώσεις, σχεδόν πάντοτε, ευνοϊκές στην προσπάθειά του να επιτύχει την κοινωνική καλλιέργεια και την κανονική ψυχοπνευματική ανάπτυξη των μαθητών.
Οι μαθητές δεν αισθάνονται πλέον παθητικοί δέκτες εντολών και κατευθύνσεων, αλλά δραστήρια και ενεργά μέλη της μαθητικής κοινότητας, που τολμά και ανοίγεται επωφελώς στο κοινωνικό σύνολο που άμεσα τους περιβάλλει. Οι μαθητές απαλλαγμένοι από το άγχος της βαθμολογίας και από τα στενά πλαίσια της αίθουσας διδασκαλίας ανοίγουν τα φτερά τους σε νέους φωτεινούς ορίζοντες. Η δογματική μέθοδος διδασκαλίας αντικαθίσταται από τη μέθοδο της εργασίας, κατά την οποία διδάσκοντες και διδασκόμενοι βγαίνουν έξω από το σχολικό περιβάλλον, «Εκτός σχολικής Αιθούσης» και έρχονται σε επαφή με το πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό, εργασιακό, θρησκευτικό, πολιτιστικό και φυσικό γίγνεσθαι, στο οποίο ψάχνουν δημιουργικά και ανακαλύπτουν στοιχεία χρήσιμα για την πνευματική και ψυχοσωματική ανάπτυξή τους. Οι μαθητές μέσα από τις εργασίες τους αυτές γνωρίζουν την πραγματικότητα. άλλοτε απογοητεύονται, άλλοτε χαίρονται με τις επιτυχίες τους, κοινωνικοποιούνται, μαθαίνουν να βλέπουν με αισιοδοξία το μέλλον.
Αυτό, ακριβώς, συνέβη -όπως διαπιστώνει κανείς, διεξερχόμενος τις σελίδες του νέου βιβλίου του- και με τους κατά καιρούς μαθητές του κ. Χάρη Κ. Στρατιδάκη, ο οποίος έδωσε από τον ζήλο, τον ενθουσιασμό και το μεράκι του πνοή και οράματα στους μαθητές του και τα συμπεράσματα των δραστηριοτήτων αυτών βιωματικής μάθησης καταγράφονται στο παρουσιαζόμενο με το σημείωμά μας αυτό βιβλίο του, με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «Εκτός σχολικής αιθούσης» και υπότιτλο: «Εφαρμοσμένες δραστηριότητες βιωματικής μάθησης». Κίνητρο για την έκδοση του βιβλίου αυτού υπήρξαν αυτοί οι ίδιοι οι μαθητές του, με διαφορετικές ο καθένας προσλήψεις και αναμνήσεις από τα μαθητικά του χρόνια με τον εν λόγω χαρισματικό δάσκαλο. Είχα κι εγώ την καλή τύχη η κόρη μου να τον έχει δάσκαλό της για τρεις συνεχείς χρονιές και είμαι σε θέση πολλά να γνωρίζω και επιβεβαιώσω. Χαρακτηριστικό, μάλιστα, ότι το βιβλίο προλογίζει ένας παλιός μαθητής του Χάρη του Στρατιδάκη, ο Γιάννης ο Κεφαλογιάννης, βουλευτής σήμερα, που και το παρουσίασε πρόσφατα με τη συμμαθήτριά του Ελευθερία Μιχάλα, μουσικολόγο, από το Σχολικό Μουσείο του Δήμου Ρεθύμνου, στην Αμνάτο.
Όπως σημειώνει ο συγγραφέας του το βιβλίο αυτό γράφτηκε με σκοπό να βοηθήσει τους εκπαιδευτικούς και ιδιαίτερα τους νεότερους από αυτούς στο άνοιγμα της τάξης τους προς την κοινωνία. Κι αυτό όχι μόνο με θεωρητική τεκμηρίωση, αλλά, περισσότερο, με τις τέσσερις εκατοντάδες εφαρμογές βιωματικής μάθησης που προσφέρει και αισθητοποιεί με το φωτογραφικό του υλικό το παρουσιαζόμενο βιβλίο, που ανάμεσα στα άλλα παρουσιάζει επισκέψεις των μαθητών εκτός αιθούσης διδασκαλίας:
α) για ανάπτυξη γενικά αλτρουιστικών αξιών
β) για επίσκεψη στα σπίτια των μαθητών και του δασκάλου τους
γ) για διαβίωση σε κατασκηνώσεις
δ) για κυνήγια Θησαυρού
ε) για παρακολούθηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων
στ) για επισκέψεις σε χώρους αρχαιολογικούς, ιστορικούς, θρησκευτικούς, κοινωνικής γνώσης και προσφοράς, παραγωγικούς, ψυχαγωγικούς, πολιτιστικούς κ.λπ., για να αναφέρω μερικά μόνο από τα περιεχόμενα του παρουσιαζόμενου βιβλίου.
Μετά από όλα αυτά, ευχή του συγγραφέα είναι να συντελέσει το βιβλίο του στο να γίνει συνείδηση στους νέους δασκάλους ότι η μάθηση (κοινωνική και βιωματική) μπορεί να επιτευχθεί εύκολα και αποτελεσματικά με επισκέψεις με τους μαθητές τους στους δικούς τους, πλέον, εύκολα προσβάσιμους και ασφαλείς χώρους. Σ’ αυτό η συνεισφορά του παρουσιαζόμενου βιβλίου του κ. Στρατιδάκη μπορεί να είναι σπουδαία και ουσιαστική.