Υστέρηση άνω του 1 δισ. ευρώ στα τουριστικά έσοδα για το διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2016 σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2015 και αρνητικό ρεκόρ στη μέση δαπάνη ανά ταξίδι των επισκεπτών από το εξωτερικό δείχνουν τα οριστικά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για το εννεάμηνο Ιανουαρίου -Σεπτεμβρίου.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα τουριστικά έσοδα για τη χώρα περιορίστηκαν στα 11,78 δισ. ευρώ. Εξίσου ανησυχητικό στοιχείο με την πτώση των εσόδων για τον ελληνικό τουρισμό είναι η μείωση κατά 13,2% της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι, που αποτελεί αρνητικό ρεκόρ καθώς ο εν λόγω δείκτης έπεσε για πρώτη φορά κάτω από τα 500 ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας, οι αφίξεις των επισκεπτών από το εξωτερικό για το εννεάμηνο αυξήθηκαν κατά 6,1% φθάνοντας τα 23,98 εκατ. ενώ ο αριθμός των διανυκτερεύσεων στα καταλύματα αυξήθηκαν κατά 1% φθάνοντας τα 171,7 εκατ. Στη θετική εξέλιξη των αφίξεων βοήθησαν, μεταξύ άλλων, οι μεγάλες προσφορές που έδωσαν οι ξενοδόχοι στις ξένες αγορές για την προσέλκυση επισκεπτών αλλά και η αύξηση κατά 661.000 των αφίξεων με κρουαζιέρα, κυρίως από όσες ακυρώθηκαν πέρυσι από την Τουρκία -λόγω των προβλημάτων αστάθειας που αντιμετωπίζει η γειτονική αγορά- και μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα.
Την ίδια στιγμή και ενώ η νέα τουριστική σεζόν ξεκινά για τη χώρα αλλά και το Ρέθυμνο με θετικούς οιωνούς με δεδομένες τις αυξημένες κρατήσεις και μάλιστα σε διψήφιο ποσοστό σε ότι αφορά τις παραδοσιακές αγορές όπως η Αγγλία, η Γερμανία, η Σκανδιναβία και η Ρωσία η ανησυχία των επιχειρηματιών του κλάδου έγκειται στο γεγονός ότι η διαφαινόμενη αύξηση σε αφίξεις και διανυκτερεύσεις δεν αντιστοιχεί σε αύξηση του τζίρου των τουριστικών επιχειρήσεων, αφού η υπέρμετρη φορολόγηση που έχει επιβληθεί, όπως σημειώνουν, στον κλάδο δεν αφήνει περιθώρια κέρδους.
Όπως τονίζουν η φορολογική επιβάρυνση που έχει υποστεί ο κλάδος τόσο σε ότι αφορά τον ΦΠΑ στις παρεχόμενες υπηρεσίες και στο τουριστικό πακέτο όσο και το καθεστώς φορολόγησης των ίδιων των επιχειρηματιών αποτελούν ανασταλτικό παράγοντας για τον ελληνικό τουρισμό.
Σύμφωνα μάλιστα και με το Ινστιτούτο ΣΕΤΕ εκτιμάται ότι η φορολόγηση επιβαρύνει υπέρμετρα την ανταγωνιστικότητα και τα κίνητρα για επιχειρείν καθώς και το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, ενώ ταυτόχρονα οδηγεί σε όξυνση της εποχικότητας.
Αναλυτικά…
Πλήγμα για τον τουριστικό κλάδο η αύξηση της φορολογίας
ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΕΩΝ ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ
• Συγκρατημένα αισιόδοξοι εμφανίζονται πράκτορες και ξενοδόχοι, που επισημαίνουν ότι η άνοδος των αφίξεων δεν θα είναι αντίστοιχη της αύξησης του τζίρου τους
Ιδιαίτερα ενθαρρυντικά είναι τα μηνύματα για την νέα τουριστική περίοδο στον νομό Ρεθύμνου, καθώς καταγράφεται σημαντική αύξηση στις κρατήσεις και μάλιστα με διψήφιο πρόσημο στις περισσότερες παραδοσιακές αγορές.
Κρατήσεις γίνονται σε καθημερινή βάση από την Αγγλία, τη Γερμάνια, τη Σκανδιναβία, την Αυστρία, την Πολωνία, τη Γαλλία, αλλά και τη Ρωσία και είναι πλέον φανερή η διάθεση των επισκεπτών που επιλέγουν την πόλη μας για τις καλοκαιρινές τους διακοπές, να τις προγραμματίσουν εγκαίρως και έως τις 30 Απριλίου, ώστε να επωφεληθούν και από την έκπτωση 15% – 20% που υπάρχει στα τουριστικά πακέτα.
Τα δεδομένα μέχρι στιγμής, προκαλούν ικανοποίηση στους επιχειρηματίες του τουρισμού, αφού συγκρίνουν τη φετινή περίοδο με την περυσινή, όπου οι κρατήσεις γίνονταν με πολύ αργούς ρυθμούς και εκτιμούν, πως θα υπάρξει αξιοσημείωτη αύξηση στις αφίξεις και τις διανυκτερεύσεις επισκεπτών.
Ωστόσο, όπως τονίζουν, σε καμία περίπτωση η αύξηση του αριθμού των επισκεπτών, όπως και πέρυσι έτσι και φέτος δεν θα μεταφραστεί σε αύξηση των εσόδων για τους επιχειρηματίες, οι οποίοι από την 1η Ιανουαρίου, είναι αντιμέτωποι με νέο φορολογικό καθεστώς, το οποίο αποτελεί τροχοπέδη για αύξηση του τζίρου.
Ειδικότερα, εκτός από τη αύξηση του ΦΠΑ, τόσο στην παροχή υπηρεσιών που φτάνει το 24%, όσο και στην διαμονή όπου από 6.5% ο ΦΠΑ εκτοξεύτηκε στο 13%, αναγκαστικά οδήγησαν έστω και σε μικρή αύξηση του κόστους του τουριστικού πακέτου. Αντίστοιχα οι επιχειρηματίες του τουρισμού καλούνται να πληρώσουν αυξημένες εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και με φορολόγηση 26.5% επί των καθαρών κερδών, να καταβάλλουν φόρο εισοδήματος 29%, που σε συνδυασμό με την έκτακτη εισφορά και την προκαταβολή του φόρου, όπως τονίζουν, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο κέρδους για τους ίδιους.
Χαρακτηρίζουν την φορολογία δυσβάσταχτη και επισημαίνουν την ανάγκη λήψης μέτρων αναπτυξιακού χαρακτήρα, για να μπορέσουν και οι ίδιοι να συνεισφέρουν στην περαιτέρω ανάπτυξη του τριτογενή τομέα, επενδύοντας στην ποιότητα των μονάδων τους και φυσικά στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πελάτες τους.
Σε σχετικές δηλώσεις του στα «Ρ.Ν.», ο πρόεδρος των τουριστικών πρακτόρων Ρεθύμνου Στράτος Μπερέτης, ανέφερε: «Η αγγλική αγορά παρά το Brexit πάει παρά πολύ καλά, η γερμανική αγορά έχει ήδη προγραμματίσει επιπλέον πτήσεις και αύξησε τις αεροπορικές τις θέσεις προς την Κρήτη, η ρωσική αγορά παρότι είναι νωρίς δείχνει ότι κινείται σε ικανοποιητικό επίπεδο, μετά και τη επίλυση του ζητήματος με την χορήγηση της βίζας. Παράλληλα και η γαλλική αγορά καταγράφει αύξηση, το ίδιο και οι Σκανδιναβοί. Οι προβλέψεις των παραγόντων όλων και των ξενοδόχων και των πρακτόρων, είναι ότι η αύξηση που διαφαίνεται θα είναι αληθινή από όλες τις παραδοσιακές αγορές, οι οποίες κινούνται σε διψήφια ποσοστά αύξησης μέχρι σήμερα, σε άλλες παραπάνω και σε άλλες λιγότερες. Μένει να δούμε αν θα παραμείνει αυτή η κατάσταση και ελπίζουμε να μην υπάρξει πρόβλημα μέχρι να ολοκληρωθεί η τουριστική περίοδος. Σε ό,τι αφορά το οικονομικό αποτέλεσμα, αυτό δεν θα είναι αντίστοιχο της αύξησης των διανυκτερεύσεων με δεδομένη την αυξημένη φορολογία .Θα ‘ναι αντιστρόφως ανάλογο. Η φορολογία έχει να κάνει και με το ΦΠΑ στην διαμονή και στην παροχή υπηρεσιών, πλέον οι ασφαλιστικές εισφορές θα υπολογίζονται με βάση τα κέρδη με την φορολόγηση να φτάνει το 26.5% επί των κερδών, και μαζί με το 20% από το πρώτο ευρώ για το φόρο εισοδήματος και μαζί με την έκτακτη εισφορά και την προκαταβολή φόρου στο 100%το μείγμα είναι εκκριτικό».
Περισσότεροι τουρίστες, λιγότερα έσοδα το εννιάμηνο του 2016
Την εικόνα που υπήρχε, ότι κατά την περσινή τουριστική σεζόν ήρθαν μεν περισσότεροι τουρίστες, οι οποίοι, όμως, έμειναν κατά μέσο όρο λιγότερες ημέρες και δαπάνησαν και λιγότερα χρήματα, επιβεβαιώνουν τα οριστικά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας για το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου, τα οποία δημοσιοποιήθηκαν προχθές.
Αυτό που αξίζει να επισημανθεί πάντως, είναι πως υπάρχουν ορισμένες διαφοροποιήσεις μεταξύ των οριστικών και των προσωρινών στοιχείων, καθώς τα πρώτα δείχνουν μεγαλύτερη πτώση των εσόδων, αλλά και μεγαλύτερη αύξηση των αφίξεων όσον αφορά το 9μηνο του 2016. Συγκεκριμένα, τα οριστικά στοιχεία αναφέρουν ότι οι ταξιδιωτικές εισπράξεις διαμορφώθηκαν για το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2016 στα 11,781 δισ. ευρώ παρουσιάζοντας μείωση 7,9% σε σχέση με τα 12,787 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2015. Τα προσωρινά στοιχεία που είχαν δημοσιευτεί στο τέλος Νοεμβρίου, έκαναν λόγο για μείωση των εσόδων της τάξεως -5,5%. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τα οριστικά στοιχεία η ταξιδιωτική κίνηση έφθασε στα 23,984 εκατ. ταξιδιώτες, παρουσιάζοντας αύξηση 6,1%, όταν τα προσωρινά στοιχεία έκαναν λόγο για αύξηση της τάξεως του 3,5%.
Μέση δαπάνη
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, η μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων στο 9μηνο του 2016 έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2015 ήταν αποτέλεσμα κυρίως της μείωσης της μέσης δαπάνης, ανά ταξίδι κατά 75 ευρώ ή 13,2% (Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2016: 491 ευρώ, Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2015: 566 ευρώ).
Αναλυτικότερα, μείωση κατά 8,8% παρουσίασε η δαπάνη ανά διανυκτέρευση (Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2016: 69 ευρώ, Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2015: 75 ευρώ), ενώ η μέση διάρκεια παραμονής διαμορφώθηκε στις 7,2 διανυκτερεύσεις, μειωμένη κατά 4,9% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2015 (Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2015: 7,5 διανυκτερεύσεις). Ο αριθμός των διανυκτερεύσεων την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2016 παρουσίασε αύξηση κατά 1,0% και διαμορφώθηκε στις 171.754 χιλ. διανυκτερεύσεις (Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2015: 170.063 χιλ. διανυκτερεύσεις).
Έσοδα
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, η μείωση των εισπράξεων από τους κατοίκους των λοιπών χωρών εκτός της ΕΕ-28 έφθασε στο -15,4% και διαμορφώθηκαν στα 3.206 εκατ., αντιπροσωπεύοντας το 27,2% του συνόλου των εισπράξεων, ενώ μείωση κατά 5,1% υπήρξε και στις εισπράξεις από τους κατοίκους των χωρών της ΕΕ-28 κατά 5,1%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 8.190 εκατ.
Όσον αφορά τις σημαντικότερες χώρες προέλευσης ταξιδιωτών, οι εισπράξεις από τη Γερμανία μειώθηκαν κατά 8,5% και διαμορφώθηκαν στα 1.837 εκατ. ευρώ και οι εισπράξεις από τη Γαλλία μειώθηκαν κατά 25,8% και διαμορφώθηκαν στα 826 εκατ. ευρώ. Οι εισπράξεις από τη Βρετανία επίσης μειώθηκαν (κατά 7,4%) και διαμορφώθηκαν στα 1.730 εκατ. ευρώ. Από τις λοιπές χώρες εκτός της ΕΕ-28, αύξηση κατά 2,9% παρουσίασαν οι εισπράξεις από τη Ρωσία, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 401 εκατ. ευρώ, ενώ οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ σημείωσαν μείωση κατά 26,1% και διαμορφώθηκαν στα 633 εκατ. ευρώ.