Οι Τρεις Ιεράρχες, ο Βασίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, από τα παιδικά μου χρόνια κατέχουν ξεχωριστή θέση στη ζωή μου. Μαζύ με την τριάδα εκείνων των αρχαίων φιλοσόφων, του Σωκράτη του Αθηναίου, του Αριστοτέλη του Σταγειρίτη και του Διογένη του Κυνικού.
Οι Τρεις Ιεράρχες, λοιπόν, δεν είναι σε περίοπτη θέση εντός μου για την γραπτή κληρονομιά που μας άφησαν ως χριστιανοί θεολόγοι, σε μιαν εποχή που ο χριστιανισμός έτεινε να κυριαρχήσει στον τότε γνωστό κόσμο (4ος – 5ος αι. μ.Χ.). Είναι για το ότι ο βίος και το έργο τους συνάδουν με τις πραγματικές αρχές του χριστιανισμού, όπως αυτές αποτυπώνονται στα ευαγγελικά και καινοδιαθηκικά κείμενα και έχουν φτάσει στην ψυχή μου ως διδασκαλίες και συμβουλές τόσο των γονιών και των παππούδων μου, όσο και των δασκάλων μου στα παιδικά και στα γεμάτα πνευματικές, ηθικές και κοινωνικές απορίες και ανησυχίες και δυσκολίες εφηβικά μου χρόνια…
Στο παρόν σημείωμα, που θα ήθελα να αφιερώσω στη μνήμη του εκ πατρός παππού μου Γιώργου Ορφανού, που έφυγε ανήμερα των Τριών Ιεραρχών πριν καν γεννηθώ εγώ (30.01.1968), λοιπόν, διάλεξα τρία αποσπάσματα από την Καινή Διαθήκη, ένα για καθένα από τους Τρεις Ιεράρχες νομίζοντας ότι αυτό θα ταίριαζε πάρα πολύ στον χαρακτήρα του.
Για το Βασίλειο το Μεγάλο, καταρχάς, με το αψεγάδιαστο φιλάνθρωπο ήθος, διάλεξα ένα απόσπασμα από την 1η Επιστολή του Αποστόλου Πέτρου (κεφ. δ, 7 – 9): «Πάντων δε το τέλος επλησίασε. Φρονίμως λοιπόν διάγετε, και αγρυπνείτε εις τας προσευχάς. Προ πάντων δε έχετε ένθερμον την εις αλλήλους αγάπην. Διότι η αγάπη θέλει καλύψει πλήθος αμαρτιών. Γίνεσθε φιλόξενοι εις άλλους, χωρίς γογγυσμών»…
Στο Γρηγόριο το Ναζιανζηνό ή Θεολόγο, λαμπρό διδάσκαλο και απόστολο της του Θεού σοφίας, θα ήθελα, λοιπόν, τούτο το κείμενο να αφιερώσω που προέρχεται από το ζ’ κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Ιωάννη (18): «Όστις λαλεί αφ’ εαυτού, ζητεί την δόξαν την ιδικήν του. Όστις όμως ζητεί την δόξαν του πέμψαντος αυτόν, ούτος είναι αληθής, και αδικία εν αυτώ δεν υπάρχει».
Και κλείνω με το απόσπασμα το οποίο επελέγη για τον Ιωάννη το Χρυσόστομο, που για την παρρησία του πέθανε εξόριστος. Το ήντλησα από την στερνή προσευχή του πρωτομάρτυρα Στέφανου προς τον Ιησού Χριστού, ενώ τα μανιασμένα πλήθη τον λιθοβολούσαν μέχρι την τελευταία επίγειά του πνοή: «Κύριε Ιησού, δέξαι το πνεύμα μου. […] Κύριε, μη λογαριάσης εις αυτούς την αμαρτίαν ταύτην» ( «Πράξεις των Αποστόλων», κεφ. ζ, 59 & 60).
* O Γεώργιος Η. Ορφανός είναι φιλόλογος