ΜΕΡΟΣ 1ο ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1921 – 1939
Αφιερώνεται στη Ρένα Κούνουπα – Παπαδάκη για την πολύτιμη συμβολή της στη δημιουργία και διάσωση των «Αναμνησεών μου».
Όσες εκλογές έζησα στο Ρέθυμνο στα χρόνια της νιότης μου, θυμάμαι το Νικ. Δασκαλάκη υποψήφιο της ΕΔΑ. Κάποιο απροσδιόριστο αίσθημα, μου έλεγε πως ήταν διαφορετικός από τους άλλους πολιτικούς. Σε τυχαία συνάντηση με το γιο του, Κώστα, γνωστό αρχιτέκτονα και πολεοδόμο, αναφέρθηκα στις αχνές νεανικές μου μνήμες, προσθέτοντας την απορία, ότι ενώ έχομε πληθώρα δημοσιευμάτων για σπουδαίους ή μη συμπολίτες μας, δεν έχει γραφεί σχεδόν τίποτα για τον πατέρα του. Καθώς βρήκα τον Κώστα σύμφωνο, τον ρώτησα (από επαγγελματική διαστροφή…) αν άφησε κάποιο αρχείο. Υπήρχε αρχείο, μου απάντησε, αλλά στα δύσκολα και ταραχώδη χρόνια της πολιτικής του διαδρομής χάθηκε. Θυμήθηκε όμως ότι λίγα χρόνια πριν πεθάνει, όταν, σχεδόν τυφλός δεν μπορούσε να διαβάσει, ή να γράψει, υπαγόρευσε στη γυναίκα του και την ανιψιά του Ρένα Κούνουπα – Παπαδάκη τις αναμνήσεις του. Είναι ένα κείμενο 114 δακτυλογραφημένων σελίδων με τίτλο «Οι αναμνήσεις μου». Τον παρεκάλεσα και μου έστειλε αντίγραφο. Με καθήλωσε. Κατάθεση ψυχής ενός ακέραιου ανθρώπου για συμβάντα και πρόσωπα του τόπου μας σε κρίσιμα χρόνια (1925 – 1963), κοιταγμένα, φυσικά, μέσω της δικής του οπτικής γωνίας. Δε διεκδικούμε θουκυδίδειες δάφνες. Επιχειρήσαμε όμως τίμια να κατανοήσομε το πρόσωπο και το έργο ενός από τους πιο αξιόλογους Ρεθεμνιώτες του 20ου αιώνα, όπως αυτό αναδύεται μέσα από τις «Αναμνήσεις μου».
Πρώτα χρόνια, σπουδές και έναρξη της δικηγορικής και πολιτικής του δράσης
Γεννήθηκε στο Χουμέρι Μυλοποτάμου το 1903, χωριό κατεξοχήν αγροτικό. Τα προβλήματα των χωρικών, τα αγροτικά τους χρέη, το αγροτικό ζήτημα, οι γεωργικοί συνεταιρισμοί δε φεύγουν ποτέ από τη σκέψη του. Μετά το Δημοτικό στο Χουμέρι, έρχεται στο Ρέθυμνο (1915) για το Γυμνάσιο και ακολούθως στην Αθήνα (1921), όπου εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σύντομα, όμως, ο όλεθρος της Μικρασιατικής Καταστροφής, τον αναγκάζει να διακόψει τις σπουδές και να στρατευθεί, ως μάχιμος νοσοκόμος (1922 – 1923). Επιστρέφει, ακολούθως, στις σπουδές του στην Αθήνα. Ως φοιτητής (1923) εντάσσεται στην κομματική νεολαία του Α. Παπαναστασίου (1876-1936), και ενστερνίζεται διά βίου τις πολιτικές αρχές του αρχηγού της. «Ήτο ο προοδευτικότερος ηγέτης εξ όλων των κομμάτων, τα οποία υπήρχαν τότε, αι αρχαί του επροηγούντο της εποχής του και με ενέπνεαν. Αγωνίσθηκα παρά το πλευρόν της οργάνωσης και έλαβα μέρος εις πολλάς κινητοποιήσεις κατά της Βασιλευομένης Δημοκρατίας και υπέρ της Αβασιλεύτου τοιαύτης» θα σημειώσει στις «Αναμνήσεις».
Με τη λήψη του πτυχίου του (1925), σε ηλικία 22 ετών κατεβαίνει στην Κρήτη και ανοίγει δικηγορικό γραφείο στο Πάνορμο (Ιούνιος 1925). Δε μένει ούτε λεπτό αργός. Συνδέεται με προοδευτικούς καθηγητές του Γυμνάσιου (αναφέρονται τα ονόματα των καθηγητών: Μανούσου Σταμαθιουδάκη και Σπύρου Θυμιανού) και συμμετέχει ενεργά στην προσπάθεια στέγασης του Γυμνασίου σε νέο κτήριο. Τον προβληματίζει ιδιαίτερα ο εθνικός διχασμός, τα χωριστά καφενεία και εστιατόρια για τους Βενιζελικούς και τους αντιβενιζελικούς. Τότε ( μέρες του 1926) θα τον επισκεφθεί στο Πάνορμο, λίγους μήνες πριν το θάνατό του «ο ομοχώριος μου, Σταύρος Καλλέργης, ένας εκ των πρώτων Σοσιαλιστών της Ελλάδος, ο οποίος με συνεχάρη διά τα προοδευτικά μου φρονήματα και ότι κείται εις το πλευρόν μου». Όντως ο Καλλέργης κείται εις το πλευρό του Δασκαλάκη μια και τα μνήματά τους στο Χουμέρι είναι κολλητά.
Προσπάθειες παρέμβασης στην πολιτική σκηνή του Ρεθύμνου
Είναι άκρως ενδιαφέρον και ακόμα και για την εποχή μας ζήτημα να παρακολουθήσομε την προσπάθεια του νεαρού δικηγόρου, που γνωρίζει όσο κανείς άλλος τα προβλήματα της επαρχίας του, αλλά δε διαθέτει (εκ καταγωγής ή εκ διασυνδέσεων), περγαμηνές… , να βρει θέση, όχι βέβαια στη δεξιά, αλλά στη φιλελεύθερη παράταξη του Ρεθύμνου. Το πρώτο του πολιτικό βάπτισμα – ψυχρολουσία, ο Ν. Δασκαλάκης το παίρνει στις εκλογές του 1928. Ο Βασ. Σκουλάς, από τους ακραιφνείς Βενιζελικούς του Ρεθύμνου, του ζητά να τον συνοδεύσει στην προεκλογική του περιοδεία στο Μυλοπόταμο. Ο Νικ. Δασκαλάκης αφού δηλώνει τη ριζική του αντίθεση για την επιλογή των υποψηφίων μέσω των κομματαρχών, δέχεται να τον ακολουθήσει υπό τον όρο ότι αν βγει βουλευτής, θα υπηρετήσει με έργα τους χωρικούς, που βρίσκονται σε απόγνωση. Πράγματι περιοδεύουν μαζί και ο Σκουλάς εκλέγεται πανηγυρικώς. Περνάνε όμως τρία χρόνια για να εμφανιστεί ξανά στην επαρχία του. Ο Δασκαλάκης πνέει μένεα. «Τον επέπληξα διά βαρυτάτων φράσεων… Μετά από το γεγονός αυτό, εις τα επισκέψεις μου εις τα διάφορα χωριά, εκάλουν τους χωρικούς να αγωνίζονται όλοι ενωμένοι και να ζητούν επιτακτικώς από τους βουλευτάς των την εκτέλεσιν ωφελίμων έργων και όχι διορισμούς προσώπων εις διαφόρους μικροθέσεις». Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ, ότι ο Β. Σκουλάς δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Είναι ο εξ απορρήτων του Ε. Βενιζέλου. Αυτός και ο Κλέαρχος Μαρκαντωνάκης ήταν οι διά βίου, στενότεροι και πλέον αφοσιωμένοι φίλοι του. Με άλλα λόγια, η πολιτική πορεία του νεαρού δικηγόρου προσκρούει σε χαράκι και μάλιστα ανωγειανό.
Ακολουθούν οι εκλογές του 1932. Νέα ψυχρολουσία, για τον 29χρονο πολιτικό μας. «Προκειμένου να ικανοποιηθούν όλοι οι ενδιαφερόμενοι Βενιζελικοί , καταρτίζεται και δεύτερος συνδυασμός με το Γ. Τσουδερό, το Νικ. Ανδρουλιδάκη, και εμένα. Τούτο ανησύχησεν πολλούς παλαιούς παράγοντας του Νομού και αυτόν τον Ελευθέριον Βενιζέλον, ο οποίος εζήτησεν να συναντηθώμεν εις το Δημαρχείον της πόλεως». Εκεί ο Βενιζέλος του λέει: «Έχω αρίστας εντυπώσεις για τη δραστηριότητά σου, όμως είσαι νέος, και πρέπει να αποσύρεις την υποψηφιότητά σου». «Το Βενιζελικόν κατεστημένον, έκαμεν, και πάλιν τον συνδυασμόν από τα παλαιά πρόσωπα. Κομματικοί παράγοντες και σχηματισμοί παραμένουν αναλλοίωτοι», διαπιστώνει με πικρία ο Δασκαλάκης.
Ένα χρόνο αργότερα, στις 5 Μαρτίου 1933. νέες εκλογές, νέα προσπάθεια του 30χρονου. Αυτή τη φορά το εμπόδιο έχει άλλο όνομα. «Εις τας εκλογάς αυτάς ο διευθύνων τα πολιτικά πράγματα του Νομού Ρεθύμνης Νικ. Ασκούτσης, δεν κατήρτισεν επίσημον συνδυασμόν, αλλά είπεν: όσοι θέλουν να πολιτευτούν, υπό την σημαίαν του Κ. Φιλελευθέρων, μπορούν να θέσουν υποψηφιότητα». Δηλώνουν ενδιαφέρον επτά άτομα, (Ν. Ασκούτσης, Γ. Τσουδερός, Ι. Γοβατζιδάκης, Α. Παπαδάκης , Ν. Δασκαλάκης και Ν. Μπιράκης). Γρήγορα όμως συνειδητοποιεί ότι πρόκειται για παγίδα, ώστε να μπουν στο περιθώριο οι Δασκαλάκης και Μπιράκης. Αποσύρουν την υποψηφιότητά τους και καταγγέλλουν δημοσίως την πλεκτάνη. «Το κατεστημένον και πάλιν εκανόνισεν τα πολιτικά πράγματα του Νομού, μακράν της θελήσεως των Ρεθυμνίων εκλογέων, φοβούμενο την αλλαγήν των παλαιών προσώπων», καταλήγει με πίκρα πάλι. Ο Ασκούτσης δε θα του το συγχωρήσει.
Ο Δασκαλάκης όμως δεν υποχωρεί. Συνεργάζεται με την Ένωση Συνεταιρισμών Μυλοποτάμου, αγωνίζεται για τη ρύθμιση των αγροτικών χρεών και αντιδρά μαχητικά στο κλείσιμο των αμβύκων (αποστακτήρια τσικουδιάς) και τη διάλυση της Ένωσης Κιτροπαραγωγών Κρήτης (που επεδίωκαν οι μεγαλέμποροι Ηρακλείου). Διοργανώνει συλλαλητήρια διαμαρτυρίας των αγροτών με μαύρες σημαίες. Ταράζει τα νερά, επιμένει. Οι αγρότες του Μυλοποτάμου εκτιμούν τις προσπάθειές του και κερδίζει την εκτίμησή τους.
Το 1934, πεθαίνει ο Ιωαν. Γοβατζιδάκης, που εκπροσωπούσε την περιοχή Μυλοποτάμου και ο Βενιζέλος κάλεσε στο σπίτι του στα Χανιά τα στελέχη του Ρεθύμνου να υποδείξουν αντικαταστάτη του. Δεν κρύβει τις προθέσεις του «Άνθρωπος είμαι κι εγώ και έχω τας αδυναμίας μου και σας παρακαλώ να δεχθείτε όλοι την υποψηφιότητα του Βασιλείου Σκουλά», Οι παρευρισκόμενοι αντιδρούν και σηκώνονται να αποχωρήσουν. Ο Βενιζέλος στέλνει το Σκουλά να γυρίσει πίσω το Δασκαλάκη. «Βλέπεις όλα αυτά τα τηλεγραφήματα; υποδεικνύουν εσένα ως υποψήφιον», του λέει και του εξηγεί ότι προβληματίζεται ιδιαίτερα για την υποψηφιότητά του. Του εμπιστεύεται όμως ότι η πολιτική κατάσταση είναι ρευστή, γιατί το Λαϊκό Κόμμα προετοιμάζει την επιστροφή του Βασιλιά, και τον συμβουλεύει να περιμένει. Ο Δασκαλάκης αποχωρεί ενώ τα τηλεγραφήματα υπέρ της υποψηφιότητας του συνεχίζουν βροχή. Στο μεταξύ ο Σκουλάς ανακοινώνει ότι αποσύρεται και ο Βενιζέλος διαμηνύει στο Δασκαλάκη την απόφασή του να τον βάλει υποψήφιο. Η αντίδραση όμως του κομματικού μηχανισμού είναι ακαριαία: «Τα διατρέξαντα επληροφορήθη εις Αθήνας ο τότε βουλευτής Ν. Ασκούτσης, ο οποίος με το πρώτο πλοίο έφθασεν εις τα Χανιά και έπεισεν τον Βενιζέλο να εγκρίνει ως υποψήφιον τον Σκουλά και όχι εμένα». Τόσο απλά…
Η στάση του Νικ. Ασκούτση (1872 – 1955), σε σχέση με το Νικ. Δασκαλάκη, προβληματίζει ιδιαίτερα. Είναι οι ιδεολογικά πλησιέστεροι πολιτευόμενοι του Νομού. Αμφότεροι ανήκουν στο χώρο της αριστερής πτέρυγας των Φιλελευθέρων, δηλ. της σοσιαλιστικής μη κομμουνιστικής αριστεράς και τρέφουν μεγάλη εκτίμηση στο συνταγματολόγο καθηγητή Αλ. Σβώλου. Θα ανέμενε κανείς τουλάχιστον αλληλεγγύη. Αντίθετα, «Οι αναμνήσεις μου» παρουσιάζουν τον πρώτο να βάζει συνεχώς τρικλοποδιές στο δεύτερο. Νίκ. Ασκούτση. Μια δύσκολη σχέση.
Τελικά οι εκλογές έγιναν στις 9 Ιουνίου 1935. Είχαν όμως προηγηθεί δραματικές εξελίξεις: (α) το αποτυχημένο «Βενιζελικό» στρατιωτικό πραξικόπημα του 1935, (β) η απόφαση του Ε. Βενιζέλου από το Παρίσι για την αποχή του Κ. Φιλελευθέρων από τις εκλογές και ο θάνατος του λίγο μετά και (γ) η επιστροφή του Βασιλιά. Το Λαϊκό Κόμμα, χωρίς σοβαρό αντίπαλο, θριαμβεύει. Στο Ρέθυμνο εκλέγονται και οι τρεις υποψήφιοί του (Εμμ. Παπαδογιάννης, Μιχαήλ Σγουρός και Νικ. Τρουλινός).
Οι Εκλογές στις 26 Ιανουαρίου 1936, η τελευταία σταγόνα. Ο Ασκούτσης είναι πάλι υπεύθυνος για την κατάρτιση του Βενιζελικού συνδυασμού, ο οποίος, «εκδικούμενος την παραίτησιν μου κατά τας εκλογάς του 1933 και την προκήρυξιν, που είχα δημοσιεύσει κατ’ αυτού, προσέλαβεν την τελευταίαν στιγμήν αντί εμού, τον Νικ. Μπιράκην». Η προεκλογική ένταση στο Ρέθυμνο είναι μεγάλη. Όλοι οι αγρότες του Μυλοποτάμου, αλλά και οι Βενιζελικοί αξιωματικοί και υπάλληλοι που είχαν αποταχθεί ή απολυθεί από το Στρατό και το Δημόσιο, μετά την κατάπνιξη του πραξικοπήματος, απαιτούν να μπει ο Δασκαλάκης στο ψηφοδέλτιο. Ο Σοφ. Βενιζέλος έρχεται για να κατευνάσει τα πνεύματα. Σε σύσκεψη στελεχών στην οικία Γ. Τσαγρή, ο Δασκαλάκης τον ακούει έκπληκτος να λέει ότι το κόμμα, μετεκλογικώς, θα δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στο Μεταξά και όχι στο Λαϊκό κόμμα του Τσαλδάρη. Οι διαδηλώσεις, εξηγεί, των κομμουνιστών στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη δημιουργούν κινδύνους για τον ομαλό πολιτικό βίο. Είναι η τελευταία σταγόνα. «Εγώ, τότε, εδήλωσα κατηγορηματικά ότι αποχωρώ οριστικά και αμετάκλητα από το κόμμα των Φιλελευθέρων.» (Οι «Αναμνήσεις» σ. 19). Στις εκλογές κέρδισαν οι αντιβενιζελικοί, όμως στο Ρέθυμνο, βουλευτές αναδείχθηκαν και οι τρεις του Κ. Φιλελευθέρων (Νικ. Ασκούτσης, Ευστράτιος Φωτάκης και Νικ. Μπιράκης). Όπως είχε πει ο Σοφοκλής στη σύσκεψη του Ρεθύμννου, οι Βενιζελικοί έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στο Μεταξά, που, λίγους μήνες αργότερα θα εγκαθιδρύσει τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου προς την οποία ο Δασκαλάκης δεν κρύβει την αντίθεσή του τηρώντας παθητική στάση. Ο θάνατος του Α. Παπαναστασίου, τέλος, στις 17.11.1936, κόβει και την τελευταία, ισχνή έστω, κλωστή, που ως τότε συνέδεε το Νικ. Δασκαλάκη με το Βενιζελικό χώρο.
Με τις δραματικές αυτές εξελίξεις, σφραγίζεται η πρώτη φάση της πολιτικής πορείας του Δασκαλάκη, η οποία καλύπτει μια ολόκληρη δεκαετία (1926 – 1936). Η ανυποχώρητη πίστη του στις δημοκρατικές αρχές τον φέρνει σε σύγκρουση με αυτό που ο ίδιος χαρακτηρίζει «Βενιζελικό κατεστημένο» και τον ωθεί να στραφεί προς τα αριστερά. Θα ακολουθήσει, όπως θα δούμε, μια επίσης συναρπαστική περίοδος για το Ν. Δασκαλάκη.
* Ο Μιχάλης Τζεκάκης είναι πρώην διευθυντής της Δημόσιας και της Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου