Νέες πτυχές για τη ζωή της Ιεράς Μονής Αρκαδίου που αφορούν ουσιαστικά την ζωή του Μοναστηριού, τον περιβάλλοντα χώρο των 40.000 στρεμμάτων που άνηκαν τότε σε αυτή, τις καλλιέργειες, τον φυσικό και πολιτιστικό πλούτο, αλλά και το πως έζησαν αυτάρκεις οι άνθρωποι εκεί μέσα στο πέρασμα έξι αιώνων, δίδει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του ο εκπαιδευτικός Κλεόνικος Σταυριδάκης.
Το βιβλίο με τίτλο «Μονή Αρκαδίου: Νέες σελίδες στην ιστορική τοπογραφία» αποτελεί προϊόν πρωτογενούς έρευνας και συνοδεύεται από 700 πρωτότυπες φωτογραφίες, που ξεδιπλώνονται μέσα από το βιβλίο, στο οποίο ο συγγραφέας αποτυπώνει τον τρόπο ζωής, τον χώρο που περιβάλλει το Μοναστήρι, με τα κτίσματα σε όποια κατάσταση βρίσκονται, για να διασώσει την αρχιτεκτονική και πολιτιστική τους κληρονομιά , την παραγωγή και την οικονομία της Μονής, καθώς και την απαράμιλλη φυσική ομορφιά της.
Το βιβλίο παρουσιάστηκε το απόγευμα της Τρίτης στο κατάμεστο από κόσμο Σπίτι του Πολιτισμού.
Ο συγγραφέας Κλεόνικος Σταυριδάκης ανέφερε πως οδηγήθηκε στην συγκέντρωση των στοιχείων που τελικά απέδωσε στο βιβλίο του, από την καταγωγή του και τους ιστορικούς δεσμούς της οικογενείας του με την Μονή, αφού όπως είπε ο παππούς της μάμας του ήταν ο μοναδικός διασωθείς από τους σφαγιασθέντες της τράπεζας της Μόνης: «Προσπάθησα στο βιβλίο αυτό να γραφτούν όλα όσα δεν έχουν μέχρι σήμερα γραφτεί για το Αρκάδι, οπότε θεωρώ ότι προσφέρει καινούρια πράγματα. Η έρευνα αφορούσε την ευρύτερη περιοχή της Μονής και πέρα από το κομμάτι της ιστορίας της, το μεγάλο μέρος του αναφέρεται στο πως το μοναστήρι για έξι αιώνες έζησε αυτάρκες με τα μιτάτα του, τους νερόμυλους, τα σπήλαια, τα κτίσματα τα οποία είχε και τα οποία δεν καταγράφονται ούτε στο κτηματολόγιο του 1856, άγνωστο το γιατί. Όλες οι σελίδες του θεωρώ ότι μας δείχνουν νέες πτυχές της ιστορικής τοπογραφίας της Μονής. Η καταγωγή μου είναι δίπλα από το Αρκάδι, από την Αμνάτο και με συγκίνησε και η ιστορική σχέση της οικογενείας μου με το Αρκάδι, καθώς ο παππούς της μαμάς μου ήταν ο μόνος διασωθείς από τους σφαγιασθέντες στην τράπεζα της Μονής και είχε δώσει συνέντευξη στον Κορωναίο για τα όσα διαδραματίστηκαν εκεί και όλα αυτά είναι καταγεγραμμένα. Κατά την έρευνά μου, που διήρκησε τρία χρόνια ξέθαβα νέα στοιχεία για την Μονή για το πώς κατάφερε στο πέρασμα του χρόνου να συντηρείται και πώς ζούσαν οι άνθρωποι σε αυτήν. Οι φωτογραφίες περίπου 700 είναι όλες δικές μου, εκτός από τέσσερις, ενώ το βιβλίο μεταφράστηκε και στα αγγλικά, ώστε και οι επισκέπτες να γνωρίσουν το μοναστήρι που σήμερα αποτελεί σύμβολο ελευθερίας των λαών».
Το βιβλίο παρουσίασαν ο δήμαρχος Ρεθύμνου Γιώργης Μαρινάκης, ο Αντώνης Χουρδάκης, καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης και Ηλίας Λουλούδης, καθηγητής μέσης εκπαίδευσης, μέλος Δ.Σ. της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου.
Την εκδήλωση συντονίσε ο Γιάννης Καλαϊτζάκης, εκδότης – διευθυντής της εφημερίδας Κρητική Επιθεώρηση.
Ειδικότερα, ο δήμαρχος Γιώργος Μαρινάκης, έκανε λόγο για ένα εγκυκλοπαιδικό χαρακτήρα σύγγραμμα, το οποίο μπορεί να κινήσει το ενδιαφέρον τόσο των ιστορικών όσο και των φυσιολατρών, περιβαλλοντολόγων και θεολόγων, αφού όπως είπε φέρνει στο φως νέα στοιχεία γύρω από το περιβάλλον της μονής και τον τρόπο ζωής της εποχής: «Το βιβλίο αυτό θεωρώ ότι είναι περισσότερο εγκυκλοπαίδεια, παρά ενιαίο αφήγημα. Σαφώς έχει κεντρική αναφορά στο Μοναστήρι, το αντιμετωπίζει όμως από όλες τις πλευρές, γιατί είναι ένα βιβλίο που μπορεί να κινήσει το ενδιαφέρον του ιστορικού, του θεολόγου του φυσιολάτρη, του περιβαλλοντολόγου, του περιηγητή, του βοτανολόγου. Είναι ένα βιβλίο με πολλές οπτικές γωνίες, μπορεί να διαβαστεί πολύ εύκολα, πολύ άνετα και είναι εμπλουτισμένο με ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό. Φαίνεται ότι περιέχει το μεράκι και τη συνεχή προσπάθεια και αναζήτηση του συγγραφέα να βρει πράγματα που δεν έχουν ξαναειπωθεί, να δώσει και άλλες διαστάσεις σε αυτό το μοναστήρι. Αυτό το μοναστήρι αν το δούμε με σημερινούς οικονομικούς όρους, αποδεικνύεται ότι τότε υπήρχε η λεγόμενη κυκλική οικονομία, που σημαίνει ότι έχουμε ένα μοναστήρι και μια περιοχή που είναι αυτοτροφοδοτούμενη, αυτάρκης, σέβεται το περιβάλλον, αναπτύσσει δράσεις, καλλιέργειες και δραστηριότητες πάσης φύσης που κρατούν ζωντανό τον πληθυσμό της περιοχής και του δίδουν μια αναπτυξιακή προοπτική. Είναι ένα πολύ ωραίο βιβλίο που εμπλουτίζει τις γνώσεις μας και ταυτόχρονα δίδει ερεθίσματα και αφορμές για περαιτέρω έρευνα».
Από την πλευρά του ο Αντώνης Χουρδάκης, τόνισε: «Η ματιά του Κλεόνικου συνδυάζει την ιστοριογραφία με την περιβαλλοντική προσέγγιση, αυτό το δέσιμο, ο «γάμος» ιστορίας και περιβάλλοντος, προκύπτει εξαιρετικά μέσα από το βιβλίο, τόσο με το φωτογραφικό υλικό όσο και με τις αναφορές που κάνει και βρίσκεται προς την νεώτερη πλέον πλευρά, που λεμέ η ιστορία μέσα από την περιβαλλοντική εκπαίδευση. Το μνημείο τοποθετείται μέσα στην ιστορική τοπογραφία, που σημαίνει ότι αναδεικνύεται όλη η πλαισίωσή του όχι μόνο, ως το ίδιο κέντρο μιας ιστορίας, αλλά και τα παράκεντρα του. Για αυτό είναι πολύ σημαντική η συνεισφορά και η κατάθεση του βιβλίου αυτού. Ταυτόχρονα ο Κλεόνικος μέσα από αυτή την εργασία του επαναφέρει το θέμα των Ολοκαυτωμάτων, ακολουθώντας ουσιαστικά τον Μαραγκουδάκη. Θεωρώ ότι αυτή η επαναφορά στο Ολοκαύτωμα, μας οδηγεί στο να μη σκεφτόμαστε μόνο τη πυριτιδαποθήκη, γιατί Ολοκαυτώματα υπήρχαν και σε άλλα σημεία. Άρα κάνει αποσυμφόρηση της μνήμης. Επίσης λέει, σε μια περίπτωση που δεν μπορεί να εντοπίσει τον πρωταγωνιστή, να στήσουμε ένα μνημείο για όλους. Η πρόταση του Κλεόνικου θεωρώ ότι θα πρέπει να αφορά όλα τα Ολοκαυτώματα. Δηλαδή να μην μπούμε σε ένα κυνήγι μαγισσών για το ποιος είναι ο πρώτος. Όλοι είναι πρώτοι. Όλοι αποφάσισαν να θυσιαστούν, όλοι δικαιούνται να έχουν μνημείο μνήμης. Όχι ο ένας. Όλοι».
Για ένα βιβλίο που αποτελεί πατριδογνωσία της περιοχής της μονής Αρκαδίου έκανε λόγο ο Ηλίας Λουλούδης, ο οποίος σε σχετικές δηλώσεις του τόνισε: «Το συγκεκριμένο βιβλίο είναι μια τομή, μια διαφορετικού τύπου έρευνα, πρωτογενής, η οποία αναδεικνύει ιστορικά κτίσματα και στοιχεία ανθρωπογενή καθώς και φυσικού περιβάλλοντος τα οποία είναι ξεχασμένα. Όλη η δραστηριότητα της εποχής και στην ουσία η παράλληλη ζωή του μοναστηρίου, καθώς το 80% του βιβλίου αφορά στοιχεία έξω από το μοναστήρι περιγράφονται στο βιβλίο. Γίνεται αναφορά σε μια έκταση 40.000 στρεμμάτων που άνηκε στο Μοναστήρι, οπότε με αυτό τον τρόπο αναδεικνύεται η πολιτιστική κληρονομία, ο φυσικός πλούτος, απειλούμενα είδη. Είναι ένα βιβλίο που αποτελεί μια πατριδογνωσία της περιοχής της Μονής».