Τους λόγους για τους οποίους παραιτήθηκε από Δημοτικός Σύμβουλος, εξηγεί με επιστολή που απέστειλε στο Δημοτικό Συμβούλιο Αμαρίου και κοινοποίησε στον τύπο, ο κ. Ιωάννης Ε. Γενεράλης.
«Στην πρόσφατη συνάντησή μου με τον δήμαρχο Αμαρίου Παντελή Μουρτζανό, είχα την ευκαιρία να του εξηγήσω λεπτομερώς τους λόγους που εμμένω στην αποχώρησή μου από τη θέση του Δημοτικού Συμβούλου και να τον διαβεβαιώσω ότι θα δηλώνω παρών σε κάθε προσπάθεια που γίνεται για το καλό του τόπου.
Με αυτή την επιστολή, θέλω να ξεκαθαρίσω σε όλους, με τα πιο απλά λόγια τους λόγους της παραίτησης μου, αλλά και τα όσα προκύπτουν από αυτή.
Όταν το 2011 δημιουργήσαμε τη Μονάδα Φροντίδας Ηλικιωμένων στο Γερακάρι, το όνομα «Αγκάλη» ακουγόταν στα αυτιά μας αυτονόητο. Έφερνε στο νου τη ζεστή και πάντα ανοιχτή αγκάλη της γιαγιάς και του παππού, των γερόντων της γειτονιάς στο χωριό. Αυτό θελήσαμε ν’ ανταποδώσουμε σε αυτούς τους ανθρώπους, την στιγμή που θα το είχαν μεγάλη ανάγκη. Μια ανοιχτή αγκαλιά για τους ηλικιωμένους. Μια αγκάλη αξιοπρέπειας, φροντίδας, αγάπης. Και το καταφέραμε. Και είμαστε περήφανοι για αυτό κάθε μέρα, κάθε στιγμή που κάποιος από τους αξιοσέβαστους γέροντες και γερόντισσες που μένουν μαζί μας, μας κοιτά στα μάτια και μας χαμογελά με καλοσύνη μα και με ευγνωμοσύνη. Ευγνωμοσύνη που πράττουμε το αυτονόητο για εμάς.
Το κράτος, ούτε τότε, ούτε ποτέ στην πολυσχιδή μου επιχειρηματική δραστηριότητα δεν με υποστήριξε, ως όφειλε. Ως οφείλει κάθε οργανωμένο κράτος να στηρίζει, να βοηθά και να προάγει την επιχειρηματικότητα και ειδικά σε τόπους όπως τον δικό μας. Το Αμάρι με την ελάχιστη οικονομική δραστηριότητα, το Αμάρι που βλέπει δεκαετίες τώρα τους νέους του να φεύγουν, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή.
Οι ανάγκες του τόπου μας είναι τεράστιες και ουσιαστικές. Εργασία, πρόνοια, ανάπτυξη, υποδομές, φροντίδα. Αυτές οι έννοιες, που ήταν και οι δικές μου προτεραιότητες επιστρέφοντας στον τόπο μου πριν από αρκετά χρόνια, με οδήγησαν στη δημιουργία επιχειρήσεων που προσφέρουν όλα αυτά. Στην καλύτερη δυνατή τους εκδοχή. Ήταν χρέος μου να καλύψω για τον τόπο μου τις κραυγαλέες αδυναμίες του κράτους. Είναι χρέος μου να προστατέψω τον τόπο μου, αλλά και ότι δημιούργησα.
Το κράτος έχει αποδειχθεί ο χειρότερος επιχειρηματίας, μα μπορεί και πρέπει να γίνει αρωγός στην επιχειρηματικότητα. Την υγιή επιχειρηματικότητα. Όχι αυτή των μικροσυμφερόντων, της αρπαχτής, της επίδειξης, της ματαιοδοξίας. Είναι αδιανόητο, την εποχή που διανύουμε, το κράτος να έχει συνεργούς και μαζί να καταστρώνουν σχέδια εξόντωσης κάθε υγιούς ιδιωτικής προσπάθειας. Μας κρύβει τον ορίζοντα, σαν μαύρο πανί, η ιδέα ότι τίποτα καινούριο, τίποτα αναγκαίο, τίποτα σημαντικό δεν είναι στα πλάνα της επίσημης πολιτείας, παρά μόνο ο βεντετισμός, μια καταστροφική μορφή ανταγωνισμού.
Έτσι, όταν ένα πρωί πληροφορήθηκα την έγκριση της «Δημιουργίας μονάδας φροντίδας ηλικιωμένων», δηλ. γηροκομείο, στον Φουρφουρά του Δήμου Αμαρίου, μια πράξη κρυφή, μια συμφωνία μυστική ανάμεσα σε πρόσωπα που εκπροσωπούν θεσμούς ιερούς και ισχυρούς πάνω από όλους, το συναίσθημα που με κυριάρχησε ήταν η απογοήτευση. Η διαπίστωση ότι η Ιερά Μητρόπολη Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων, η Περιφέρεια Κρήτης, αλλά και άνθρωποι που εκπροσωπούσαν για χρόνια τα κοινά του τόπου, συνωμότησαν στην εκπνοή μιας προθεσμίας, για τη δημιουργία ενός έργου «βιτρίνας». Ενός έργου που θα εξέτρεφε ακόμη περισσότερο τη ματαιοδοξία και το εγώ τους. Ενός έργου, σταγόνα στον ωκεανό των έργων που έχει πραγματικά άμεση ανάγκη ο τόπος. Μιας υποδομής που παρόμοια της ήδη υπάρχει και λειτουργεί, με τον καλύτερο τρόπο, πάνω σε διεθνή πρότυπα και που καλύπτει πλήρως της ανάγκες του τόπου και όχι μόνο.
Ενός έργου, που όμως στα μάτια του κόσμου θα φάνταζε φιλανθρωπία. Θα τους πρόσθετε γόητρο και θέση στον παράδεισο. Ένα γηροκομείο ακόμη λοιπόν στο Αμάρι. Στο Δήμο που πασχίζει να λύσει τα αναρίθμητα προβλήματα της καθημερινότητας, που έχει ανάγκη να δημιουργήσει πράγματα, βάσεις για τα παιδιά του, την εκπαίδευση και τη μόρφωση τους, που διψά γι’ ανάπτυξη που ποτέ δεν έρχεται και μόνο μέσω αυτής μπορούν οι νέοι να μείνουν ή να επιστρέφουν, που ονειρεύεται τον πολιτισμό για να μπορεί να κρατά ανοιχτούς τους ορίζοντες του. Βλέπετε, καμιά από αυτές της ανάγκες δεν έχει λύση που θρέφει τη ματαιοδοξία, το γόητρο.
Από το μετερίζι του Δήμου Αμαρίου, ως απλός Δημοτικός Σύμβουλος τα τελευταία χρόνια, υπηρέτησα τις αρχές και τα πιστεύω μου. Έχοντας ξεκάθαρο μέσα μου τον ρόλο του κράτους, στρατεύτηκα με την παράταξη μου «Αμάρι, Νέα Πορεία», για να βοηθήσω όντας μέσα σε μια οργανωμένη ομάδα, τον τόπο μου. Με τις δυνάμεις μου βοήθησα και συνέβαλα στην πρόοδο και την ανάπτυξη του, σε πολλά θέματα.
Νιώθω ικανοποίηση που εκπροσώπησα το Θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με όλο το σεβασμό που του αρμόζει. Δεν υπάρχουν ιδιοτέλειες στα κοινά. Δεν υπάρχει «εγώ», ούτε παρέα 2-3 άγιων και ισχυρών, που έξω από τον χορό λένε πολλά τραγούδια, όντας σίγουροι ότι οι υπόλοιποι δεν καταλαβαίνουν. Οι αποφάσεις τους όμως επηρεάζουν τη ζωή και το μέλλον ανθρώπων.
Λυπούμαι που μια τέτοια «παρέα» και οι αποφάσεις της, είναι ο λόγος της παραίτησής μου. Η Παράταξή μου, παραμένει ακέραια στους στόχους και την πορεία της για το Αμάρι. Ο Δήμαρχος μας Παντελής Μουρτζανός, θύμα και εκείνος της ίδιας «παρέας», θα χρειαστεί τώρα πιο πολύ από ποτέ, να μην εφησυχάζει ούτε μια στιγμή. Να μην επιτρέπει σε κανέναν ν’ αποφασίζει για το Αμάρι χωρίς εμάς. Να έχει περισσότερα άγρυπνα μάτια, που να κοιτούν ακόμα και εκείνους που έμοιαζαν ακίνδυνοι μέχρι χθες. Η στήριξή μου και η βοήθεια σε όσα μαζί σχεδιάσαμε για τον τόπο μας, είναι αμέριστη.
Θα παραμείνω ένας από τους άγρυπνους φρουρούς του Αμαρίου, όπως ήμουν πάντα, χωρίς όμως το καπέλο του Δημοτικού Συμβούλου. Δεν το χρειάζομαι για να κάνω το χρέος μου και ίσως χωρίς αυτό, δεν θα στοχοποιούνται όσα δημιούργησα και από τα οποία ζουν Αμαριώτες και Αμαριώτισσες. Τα δικά μου έργα θα συνεχίσουν να υπηρετούν τους ανθρώπους και τον τόπο μου και όχι τη ματαιοδοξία μου».