Άλλοι πιάνουν μολύβι και γράφουν. Άλλοι χαζεύουν με τις ώρες μπροστά σε καθρέφτες. Γυρεύοντας επιβεβαίωση του κάλλους ή της αξίας τους να βρουν. Και καλά όταν είναι από τη φύση ταλαντούχοι ή όμορφοι. Άμα, όμως, δεν είναι…
Καθρέφτες και μολύβια. Σε βοηθούν σημαντικά, στις μέρες μας. Να ξαναβρείς τη χαμένη σου αυτοπεποίθηση, την αλλοτριωμένη σου ταυτότητα, να επαναπροσδιορίσεις τους στόχους σου και -γνωρίζοντας πια ποιος είσαι και τι δυνάμεις & δυνατότητες έχεις- να συνεισφέρεις στον κοινό αγώνα, βοηθώντας ή και αγαπώντας το συνάνθρωπό σου.
Η αυτοπεποίθηση κι η αυτοκριτική φέρνουν τους ανθρώπους πιο κοντά. Βλέπει ο καθένας τα ελαττώματά του στον καθρέφτη και προσπαθεί να τα βελτιώσει. Έτσι, έρχεται σε επαφή με το περιβάλλον και τους άλλους ανθρώπους. Όλοι μαζί πλέον ενωμένοι, σαν μια γροθιά, πολεμούν όποια συναισθήματα αμαυρώνουν μιαν ψυχή και την κάνουν αντικοινωνική. Καθένας, προτού κάνει κάτι, κοιτάζεται στον καθρέφτη, παίρνει το μολύβι και λογαριάζει ποιο είναι το καλό για τον ίδιο και τους συνανθρώπους του κι ύστερα βγαίνει από την εξώπορτά του.
Παίρνεις το μολύβι, γράφεις ένα ποίημα, τους στίχους και τις νότες για ένα τραγούδι, ζωγραφίζεις μια μορφή ή ένα τοπίο. Ομορφαίνεις τη ζωή. Αποδιώχνεις μακριά κάθε εγωιστική σκέψη. Θες όλες τις χάρες της ζωής να τις μοιραστείς με όσους αγαπάς ή θα θελες να σε αγαπούν. Εξοβελίζεις κάθε προκατάληψη, κάθε φθονερή σκέψη, αφού αγάπη δίνεις, δίχως ανταλλάγματα να προσδοκάς.
Μα όση ευεργετική δύναμη κι αν κρύβουν για τους ανθρώπους, τόσο το μολύβι, όσο κι ο καθρέφτης, όταν γίνεται κατάχρησή τους ή αλόγιστη χρήση, καταντούν όπλα των μισανθρώπων. Γεννούν τον εγωισμό στις ψυχές των ανθρώπων, δεν τους αφήνουν να δουν πέρα από τη μύτη τους, τους γεμίζουν φθόνο. Τους κάνουν να παραβλέπουν το κοινωνικό συμφέρον και να μην ομολογούν, να μην αναγνωρίζουν και να μην παραδέχονται τα όποια ανθρώπινα προσωπικά ολισθήματα ή λάθη τους.
Δεν μπορούν να δουν πόσο τους αποξενώνουν ο εγωισμός ή ο στείρος φανατισμός κι οι προκαταλήψεις. Ο Νάρκισσος καθρεφτιζόταν με τις ώρες και λησμόνησε τους φίλους του και στο τέλος, όπως λέει η ελληνική μυθολογία, την πλήρωσε την ωραιομανία και την εγωπάθειά του. Όταν γράφουμε κι έχουμε στο νου μας να πλήξουμε και να καταδικάσουμε τους άλλους, με μόνο σκοπό να προβάλουμε ως αλάνθαστο ταγό τη δική μας σκέψη και να παρασύρουμε τους άλλους όπου θέλουμε, σε δικά μας μονοπάτια, όπου -λόγω, κυρίως, άγνοιας- θάναι περισσότερο ευάλωτοι και εξαρτημένοι από μας, δεν αργεί η Θεία δίκη και τιμωρία των αλαζόνων και των αρχομανών.
Κι η τιμωρία αυτή δεν είναι άλλη από την απομόνωση και την καταδίκη σε καθρέφτες να μην μπορούμε μονάχοι μας να ξεδιακρίνουμε τα μειονεκτήματά μας και θεωρώντας τα προτερήματα να τα υπερθεματίζουμε στον αγώνα κατά των αοράτων εχθρών. Καταντούμε Δον Κιχώτες και κυνηγούμε παντού φαντάσματα ανθρώπων, που μας έχουν ανάγκη, ενώ στην πραγματικότητα εμείς τούς έχουμε πιο πολύ.
Από τα πανάρχαια χρόνια, στις πρώτες ανθρώπινες κοινωνίες. Το άτομο μεμονωμένο δεν μπορούσε να δράσει. Ακόμη και στα καθαρά προσωπικά του ζητήματα. Έπαιρνε σοβαρά υπόψη του και τι θα πει η «κοινή γνώμη». Αλλά και τις κρίσεις των παλαιότερων γενιών πάνω σε ίδιο τυχόν θέμα.
Έτσι, δημιουργείται μέσα στο νου του ένα ιδεολογικό υπόβαθρο. Οι προσωπικές του εμπειρίες & ανάγκες, οι γνώμες του περιβάλλοντός του, οι κρίσεις του παρελθόντος τον βοηθούν μεν να λύνει ό,τι τον βασανίζει, αλλά έχουν και μια αρνητική συνέπεια. Την οποία καλούμαστε να εξετάσουμε σήμερα. Τού γεννούν προκαταλήψεις σχετικά με καθετί. Και, συνεπώς, δεν τον αφήνουνε βήμα να κάνει μακριά από δαύτες, ελεύθερος.
Οι προκαταλήψεις υπάρχουν όσο υπάρχει άνθρωπος σε κοινωνικό περίγυρο. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο «χαμαιλέων» ή «λερναία ύδρα». Μ` άλλα λόγια, είναι ένα φαινόμενο που δεν εκλείπει ποτέ. Όσο προοδευτική, ανοιχτή, απελευθερωμένη φαίνεται μια κοινωνία. Όσο απαλλαγμένος κι αν διατείνεται πως είναι από ταμπού και άλλες απαρχαιωμένες δεισιδαιμονίες ένας άνθρωπος, στην ατομική του ζωή. Οι προκαταλήψεις προσαρμόζουνε τις μορφές τους από εποχή σε εποχή, ανάλογα και με το περιβάλλον. Η απαγόρευση της γυναικείας εργασίας, που απασχόλησε κοινωνίες περασμένων εποχών, σήμερα έχει δώσει τη θέση της στην «ενοχλητική, αντικοινωνική» παρουσία και δράση αλλοδαπών στη χώρα μας.
Πώς, όμως, οδηγούνται άνθρωποι και κοινωνίες στη δημιουργία στείρων προκαταλήψεων, αν και ξέρουν πόσο αρνητικές είναι; Το μορφωτικό επίπεδο και ο βαθμός ψυχικής και πνευματικής καλλιέργειας αποτελούν δυο από τους βασικότατους παράγοντες, που διευκολύνουνε τη γέννηση, την εξάπλωση και τη διατήρηση των στερεότυπων αντιλήψεων. Αναμφίβολα.
Σε κάθε κοινωνική εκδήλωση. Η ημιμάθεια, την οποία το καθημερινό άγχος ευνοεί, αλλά κι όσες φορές κάποιος αρνείται να δει πέρα από κάτι- το ένα και (όπως νομίζει ή τον έχουν «παραμυθιάσει») μόνο αλάνθαστο, στο οποίο παραμένει απόλυτα προσκολλημένος με παρωπίδες, εύκολα κολλά στον καθρέφτη του κι οδηγείται σε προκαταλήψεις.
Συχνότατα, λοιπόν, οι πολιτικοί που θέλουν προς ίδιον όφελος να διαχειρίζονται τα δημόσια πράγματα, καλλιεργούν και συντηρούν προκαταλήψεις. Σκοπός τους είναι να αποπροσανατολίσουν το λαό ή να τον σύρουν ως δημαγωγοί λαοπλάνοι.
Για διάφορους λόγους, πέρασαν και παγιώθηκαν στους γονείς αλλά και στους δασκάλους κάποιες προκαταλήψεις, οι οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν αρνητικά τα μικρά παιδιά. Αν δεχτούν οι μαθητές άκριτα τη φαινομενική αλήθεια των όσων διδάσκονται και δεν την ψάξουν, θα γίνουν κι οι ίδιοι γρήγορα φερέφωνα κοινοβλαβών στερεότυπων αντιλήψεων.
Στο ψάξιμο, όμως, αυτό της πραγματικής αλήθειας και την προσπάθεια διάλυσης του αναχώματος δογματικών προκαταλήψεων η εκκλησία όχι σπάνια (οι ρασοφόροι επίγειοι φορείς της κι όχι η πραγματική χριστιανική διδασκαλία) ορθώνει και διαιωνίζει αντικοινωνικές προκαταλήψεις. Συχνά δε, εκμεταλλεύεται την αφέλεια πολλών ή την ανάγκη περισσοτέρων και υπόσχεται τη μόνη οδό της ψυχικής λύτρωσης, δίχως διάλογο να επιτρέπει ερμητικά σφικταγκαλιάζοντας τα δόγματά της.
Κι η λύση στα καθημερινά προβλήματα δεν είναι να σπάσεις τον καθρέφτη ή να πετάξεις μακριά το μολύβι. Είναι να κοιτάξεις βαθύτερα μέσα από το καθρεφτιζόμενο είδωλο, πίσω τι κρύβεται να βρίσκεις από κάθε κουκκίδα που το μολύβι ως ανεξίτηλο χνάρι αφήνει… Κι εκεί κάπου θα βρεις, όσο οι άλλοι σε ευτελείς επαίτες ή δωρητές κάλλους, δόξης κι έρωτος θα μεταμφιέζονται, την αληθινή αγάπη.
* Στους γονείς μου, Ηρακλή & Σωτηρία