Στα τέλη του 19ου αιώνα μια εκρηκτική φυσιογνωμία, ένα φαινόμενο κοινωνικού αγωνιστή, πρόβαλε στο χώρο του σοσιαλισμού στην Ελλάδα. Ένας Κρητικός, φοιτητής του Πολυτεχνείου, γίνεται το κέντρο της σοσιαλιστικής ζύμωσης, στον καιρό της αυγής του σοσιαλισμού. Είναι ο Σταύρος Καλλέργης.
Νέος, τολμηρός, μαχητικός, άτρομος, αγέρωχος, μπαίνει στον αγώνα για το σοσιαλισμό μ’ ανοιχτά χαρτιά, χωρίς προσχήματα και προφυλάξεις. Μιλάει και γράφει λέφτερα για το σοσιαλισμό σε μια εποχή που και μόνο το άκουσμα της λέξης προκαλούσε ανατριχίλα. Οργανώνει την πρώτη στην Ελλάδα Εργατική Πρωτομαγιά το 1893, αναστατώνει τη Βουλή βροντοφωνάζοντας από τα θεωρεία τα αιτήματα των εργατών, γίνεται το σύμβολο του αγώνα για κοινωνική ισότητα και αλληλεγγύη.
Γεννήθηκε στην Κρήτη, στο Χουμέρι Μυλοποτάμου, το 1865. Γόνος της παλιάς οικογένειας των Καλλεργών. Δεύτερος γιος του Οπλαρχηγού – Διοικητή της Επαρχίας Μυλοποτάμου Γεωργίου Καλλέργη – από τους τσιφλικάδες της εποχής.
Ο καπετάν Γιώργης Καλλέργης, πολέμησε στο Αρκάδι το 1866 μαζί με τους άλλους οπλαρχηγούς, πολεμιστές και πολιορκημένους. Σώθηκε από το ολοκαύτωμα, διέσπασε πολεμώντας με την ομάδα του την πολιορκία και συνέχισε τον αγώνα.
Επικηρυγμένος χρόνια από τους Τούρκους, κατόρθωσε κάποτε να φτάσει στην Αθήνα με την οικογένειά του. Εξ αιτίας της συγγένειάς του με τον ανακτορικό Δημήτρη Καλλέργη, προσλαμβάνεται τιμητικά στο Παλάτι μαζί με τη γυναίκα του Ειρήνη. Έτσι ο Σταύρος Καλλέργης, βρέθηκε από μικρός στην Αθήνα.
Μεγάλωσε κάτω από συνθήκες σκληρών πατριαρχικών αρχών, που χειροτέρεψαν με την επίδραση του Παλατιανού πρωτοκόλλου. Η καταπίεση που ένοιωθε από παιδί κι αργότερα ως έφηβος, τον είχαν προπαρασκευάσει να δεχτεί τις ιδέες του Σοσιαλισμού σαν απολύτρωση. Μυήθηκε σ’ αυτές τις ιδέες από έναν δάσκαλο, που του έκανε ιδιαίτερα μαθήματα στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου. Το γεγονός έγινε αντιληπτό απ’ τον Καπετάν Γιώργη. Ο δάσκαλος διώχθηκε κι ο γιος δέχτηκε την σκληρή μεταχείριση του φεουδαρχικού πατέρα.
Τελείωσε το Γυμνάσιο και γράφτηκε στο Πολυτεχνείο, στην σχολή Αρχιτεκτόνων. Φοιτητής γνωρίστηκε με τον Ρόκκο Χοϊδά, συνδέθηκε φιλικά με τον Πλάτωνα Δρακούλη και άλλους προοδευτικούς νέους της εποχής. Μπολιάστηκε ολοκληρωτικά με τις ιδέες του σοσιαλισμού. Διάβαζε βιβλία του Κροπότκιν, του Προυντόν, του Μπακούνιν και άλλων ευρωπαίων Σοσιαλιστών που κυκλοφορούσαν τότε στην Ελλάδα.
Άρχισε την επαναστατική δράση του ανάμεσα στους φοιτητές και σπουδαστές σε ηλικία 19 χρονών. Οργάνωσε την πρώτη μεγάλη διαδήλωση διαμαρτυρίας φοιτητών-σπουδαστών, με αιτήματα Παιδείας, μπροστά στο Παλάτι, με λάβαρα, κόκκινες σημαίες και μεγάλα πανό που έγραφαν, ανάμεσα στ’ άλλα συνθήματα: ΔΩΡΕΑΝ ΠΑΙΔΕΙΑ και ΙΣΟΤΗΣ, ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ, ΚΟΙΝΟΚΤΗΜΟΣΥΝΗ. Ο βασιλιάς Γεώργιος, που έβλεπε τη διαδήλωση απ’ το μπαλκόνι, φώναξε αγανακτισμένος τον Γεώργιο Καλλέργη να …καμαρώσει το γιο του τον επαναστάτη.
Ο σκληρός πατέρας το ίδιο βράδυ καταχέρισε τον …παραπλανημένο γιο του και τον έθεσε υπό περιορισμό για κάμποσες μέρες.
Το γεγονός αυτό στάθηκε ίσως αφορμή να φύγει σε λίγο καιρό για την Κρήτη ο Καπετάν Καλλέργης οικογενειακώς, εκτός από τον Σταύρο. Θα ‘μενε ο γιος του στην Αθήνα να συνεχίσει τις σπουδές του και τον όρισε αποκλειστικό πληρεξούσιο και νομέα της ακίνητης περιουσίας που είχε αποκτήσει. Του μεταβίβασε και την σύνταξη-επίδομα, που τιμητικά του ‘χε χορηγήσει το Παλάτι. Ο Σταύρος με οικονομική άνεση συνέχισε τις σπουδές του, αλλά για λίγο καιρό.
Σοσιαλιστικό κίνημα
Ο Σταύρος Καλλέργης όρμησε στο στίβο των κοινωνικών αγώνων στο τέλος της δεκαετίας του 1880, σε μια περίοδο που το διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα άρχιζε να φουντώνει, μετά την ίδρυση, με την πρωτοβουλία του Μαρξ και του Ένγκελς, της Α Διεθνούς στο Παρίσι, το 1864. Μετά την επίσημη διάλυσή της, το 1876, ακολούθησε η ίδρυση της Β’ Διεθνούς στο Παρίσι το 1889.
Εκεί πάρθηκε ομόφωνα και μια ιστορική απόφαση με πρόταση των Αμερικανών αντιπροσώπων: Κάθε χρόνο να γιορτάζεται η Πρωτομαγιά, σ’ όλα τα κράτη, όχι σαν ημέρα της άνοιξης και των λουλουδιών, αλλά σαν μια ημέρα διεθνούς εργατικής αλληλεγγύης και αγωνιστικής διεκδίκησης των αιτημάτων της εργατικής τάξης. Ημέρα τιμής και μνήμης για τους Αμερικανούς εργάτες-απεργούς, που δολοφονήθηκαν στο Σικάγο την 1η Μαΐου 1886.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν, σε πολλά κράτη της Ευρώπης και της Αμερικής είχαν κιόλας ιδρυθεί σοσιαλιστικά κόμματα και οργανώσεις.
Ο Σταύρος Καλλέργης παρακολουθούσε και ήταν ενήμερος των εξελίξεων του κινήματος στο διεθνή χώρο. Γνώριζε με λεπτομέρειες τις αποφάσεις του παγκόσμιου θεωρητικοπολιτικού κέντρου, όπως ήταν η Διεθνής των Σοσιαλιστών. Στο αρχείο του υπάρχει χειρόγραφο 40 σελίδων (αρκετά δυσανάγνωστο) με τίτλο: Εξιστόρησις του Παγκόσμιου Εργατικού Συνεδρίου των Βρυξελλών. Είναι Πρακτικά Έλληνα παρατηρητή από το Δεύτερο Συνέδριο της Β’ Διεθνούς των Βρυξελλών, το 1891.
Γνώστης και συμμέτοχος των διεθνών εξελίξεων ο Καλλέργης, ένα χρόνο ακριβώς μετά το ιστορικό συνέδριο της Β’ Διεθνούς, προχωρεί στην ίδρυση του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου στην Αθήνα, την 1η Μαΐου 1890.
Ήταν ο πρώτος μαζικά οργανωμένος πυρήνας της σοσιαλιστικής κίνησης στην Ελλάδα. Μέλη: φοιτητές, σπουδαστές, νεολαία, εργάτες. Παραρτήματα του Συλλόγου σε πολλές πόλεις της επαρχίας. «Είναι ο πρώτος Σοσιαλιστικός Σύλλογος εν Ελλάδι και Τουρκία με καθαρόν και απευθείας σοσιαλιστικόν πρόγραμμα», γράφει ο ίδιος.
Σε ένα μήνα από την ίδρυση του Συλλόγου, στις 5 Ιουνίου του 1890, εκδίδει την εφημερίδα του, με τον ξεκάθαρο τίτλο «Σοσιαλιστής» και με τα χτυπητά συνθήματα στα πλάγια της προμετωπίδας. «Πάντες δι έκαστον – έκαστος διά πάντας» και με σταράτη πιο κάτω διατύπωση των θεμελιωδών αρχών του Σοσιαλισμού που πρεσβεύει: «Πολιτικώς: Ελευθερία – Οικονομικώς: Ισότης – Θρησκευτικώς: Ανεξιθρησκία». Έτσι ξεκινάει σε ηλικία 25 χρονών. Στα επόμενα φύλλα του «Σοσιαλιστή» ο Καλλέργης εξαγγέλλει ένα επαναστατικό για την εποχή του σοσιαλιστικό πρόγραμμα, καθορίζει βραχυπρόθεσμους στόχους, έτσι που ο Κεντρικός Σοσιαλιστικός Σύλλογος να προσλαμβάνει την μορφή και διάσταση του πρώτου Σοσιαλιστικού Κόμματος στην Ελλάδα.
Σαν μελλοντικούς στόχους αναφέρει: Την κατάργηση της ιδιοκτησίας και του κληρονομικού δικαιώματος. Την εξασφάλιση σ’ όλους τους εργαζόμενους, δωρεάν παιδείας, περίθαλψης, κατοικίας, διατροφής και των άλλων αναγκών του βίου «έναντι ορισμένης εργασίας». Την «ένωση και αδελφοποίηση πάντων των Εθνών». Την απόλυτη ελευθερία λόγου και συνείδησης.
Στους άμεσους στόχους του κινήματος, περιλαμβάνει: Την κατάργηση των προνομίων για τους πλούσιους. Την 8ωρη εργασία την ημέρα για τους εργάτες (όχι 12ωρη και 16ωρη) και λιγότερες ώρες δουλειάς για τα βαριά επαγγέλματα και τις γυναίκες και τα παιδιά.
Την σύνταξη στα 50 χρόνια. Σύνταξη στους παθόντες εν υπηρεσία και σύνταξη στις οικογένειες των θανόντων εργατών. Δωρεάν εκπαίδευση στους εργαζόμενους. Φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου. Περιορισμό της ιδιοκτησίας και του κληρονομικού δικαιώματος. Την κατάργηση της θανατικής ποινής, την απαγόρευση των ναρκωτικών, την κατάργηση της «ανωφελούς πολυτέλειας» κ.α.
Στα μέσα για την πραγματοποίηση του προγράμματος, περιλαμβάνει: Την ίδρυση Συλλόγων στις διάφορες πόλεις, κωμοπόλεις και συνοικίες. Την έκδοση και ευρεία κυκλοφορία βιβλίων, εφημερίδων, περιοδικών για διαφώτιση του κόσμου, τη διοργάνωση περιπάτων, εκδρομών και συζητήσεων κ.α. Επίσης διοργάνωση συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων διαμαρτυρίας, επίδοση υπομνημάτων στη Βουλή, υποστήριξη υποψηφίων λαϊκών Βουλευτών και Δημάρχων με σκοπό να κατακτηθεί η πλειοψηφία στη Βουλή -για την πραγματοποίηση του σοσιαλιστικού προγράμματος και τέλος «διοργάνωσις απεργιών και άλλων ομοίων μέσων δια των οποίων επιτυγχάνονται αι απαιτήσεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος».
Στα επόμενα φύλλα του «Σοσιαλιστή», που έχουν εκδοθεί μετά την επιστροφή του από το Παρίσι το 1896, το πρόγραμμα εμπλουτίζεται με καινούργια αιτήματα και στόχους, που απηχούν την νέα πείρα και γνώση που απόχτησε στο εξωτερικό. Τα αιτήματα αυτά είναι: Ίδρυση Κοινωνικών Σχολείων σε κάθε Νομό για την ανατροφή και υποχρεωτική εκπαίδευση των ορφανών και απόρων παιδιών. Διανομή των Δημόσιων, Κοινωνικών και Μοναστηριακών χτημάτων στους φτωχούς και ακτήμονες αγρότες -χωρίς δικαίωμα μεταπώλησης. Περιορισμός του τόκου των Τραπεζών και χρηματιστών στο 4% αντί του 8-12%. Ίδρυση ειδικής Αγροτικής Τράπεζας από το Κράτος για την χορήγηση δανείων στους αγρότες με τόκο 3%. Ίδρυση Κρατικών Αποθηκών σε όλα τα επαρχιακά κέντρα και λιμάνια, για την αποθήκευση των αγροτικών και βιομηχανικών προϊόντων και την παροχή δανείων στους παραγωγούς. Ίδρυση Γεωργικών και Βιομηχανικών Σχολών για την εκπαίδευση στελεχών για την ανάπτυξη της Γεωργίας και Βιομηχανίας. Ίδρυση Κρατικών Νοσοκομείων και Νηπιαγωγείων σε κάθε Νομό. Ίδρυση Ταμείου Δημοσίων έργων και Γραφείων Εργασίας, για την παροχή εργασίας στους άνεργους και χορήγηση επιδομάτων ανεργίας. Ίδρυση Ασύλων σε κάθε Νομό, για την συντήρηση και περίθαλψη γερόντων, τυφλών και απόρων, με σκοπό την εξαφάνιση της επαιτείας. Αποκέντρωση των Δημόσιων υπηρεσιών, ανεξαρτησία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δικαστικά δικαιώματα στα Δημοτικά Συμβούλια για την εκδίκαση μικροδιαφορών των πολιτών. Εξασφάλιση από τους Δήμους δωρεάν ιατρικής και φαρμακευτικής περίθαλψης στους Δημότες. Κρατικοποίηση των σιδηροδρομικών, τροχιοδρομικών, ατμοπλοϊκών, μεταλλευτικών μονοπωλίων, με κατ’ εκτίμηση αποζημίωση των προνομιούχων εταιρειών. Κρατική υποχρεωτική εκπαίδευση των αγραμμάτων στρατιωτών και φυλακισμένων, (φύλλα «Σοσιαλιστή της 3/6/1890 του Νοεμβρίου 1892 – της 1ης Μαΐου 1902 κ.α.).
Ο Σταύρος Καλλέργης οραματίζεται μία σοσιαλιστική κοινωνία τόσο αναπτυγμένη αγροτικά, βιομηχανικά, «ώστε παν άτομον δια της τριώρου εργασίας του ημερησίως θα απολαμβάνει δικαιωματικώς όλων απολαύσεων και των αγαθών, άτινα απολαμβάνουσι σήμερον άτομα τινά αποκαλούμενα πλούσιοι». Γι’ αυτήν τη μέλλουσα κοινωνία αγωνίστηκε με πάθος και αυταπάρνηση ως το τέλος της ζωής του. Γιατί πίστευε ότι: «στον καλόν αγώνα για τον Σοσιαλισμό πρέπει κανείς να δίδεται με θυσίαν και αυταπάρνησιν και να παραμελεί πλούτον, φίλους, οικογένεια, κοινωνικήν θέσιν και να έχει ως μοναδικόν σκοπόν την επικράτησιν των σοσιαλιστικών, κοσμοπολιτικών αρχών, πρόθυμος να υποστεί πάσαν θυσίαν χάριν του ιδεώδους, πρόθυμος και να αποθάνει υπό την ερυθράν σημαίαν η οποία φέρει τας λέξεις: ΕΝΩΣΙΣ, ΕΞΕΓΕΡΣΙΣ, ΚΟΙΝΟΚΤΗΜΟΣΥΝΗ». Μ’ αυτό το πνεύμα αγωνίστηκε σ’ όλη τη ζωή του. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια και τις αρχές κινήθηκε. Έγραψε πολλά άρθρα και βιβλία, υποστηρίζοντας τις ιδέες του, κι ανάμεσα σε αυτά τον «Πρακτικό Κοσμοπολιτικό Σοσιαλισμό» τον «Οδηγό παντός ανθρώπου», (1892), την «Πραγματεία περί Σοσιαλισμού, Μηδενισμού, Αναρχίας» (1893), το «Εγκόλπιον του Εργάτου» (1893), κ.α. Ταξίδεψε στην Ευρώπη, έμεινε καιρό στην Πόλη, στη Βιέννη και περισσότερο στο Παρίσι. Γνωρίστηκε και αλληλογραφούσε στη συνέχεια με κορυφές του σοσιαλισμού της εποχής, με τους Ζαν Ζωρές, Μιλεράν, Κροπότκιν, Λουίς Μισέλ, Ζαν Γκραβ, Αργυριάδη κ.α. (…)
Το 1912 τύπωσε κι έστειλε παντού μια «Έκκληση» στα ελληνικά και γαλλικά, «προς τους Σοσιαλιστάς Βουλευτάς, Εφημερίδας, Συλλόγους και παράγοντες της Ευρώπης και της Αμερικής». Την απευθύνει σε όλους και ζητάει την συμπαράστασή τους για την απελευθέρωση της Κρήτης και την Ένωσή της με την Ελλάδα. Ιδιαίτερα απευθύνεται προς «τους εύγλωττους και ενθουσιώδεις φίλους του» όπως γράφει, «τους πολεμιστές της επαναστάσεως των λαϊκών τάξεων ενός τυραννικού καθεστώτος και προπάντων προς σας που με γνωρίζετε εκ του πλησίον από το Διεθνές Συνέδριον των Παρισίων το 1894, τους κ.κ. Ζωρές, Μιλεράν, Βαγιάν, Αλμάν, Ροσσεφώρ, Αμίλκαν Κυπριανού, Πέτρον Κροπότκιν, Ζαν Γκραβ, Π. Αργυριάδην και τους λοιπούς Σοσιαλιστάς. Ενθαρυνόμενος από την διεθνιστικήν αλληλεγγύην, σας ικετεύω εν ονόματι των ιδανικών του Σοσιαλισμού, να παράσχετε την συνδρομήν σας δια του λόγου και του Τύπου δια την πολιτικήν και κοινωνικήν απελευθέρωσιν της Κρήτης και την Ένωσιν αυτής με την Ελλάδα».
Το 1914 κυκλοφόρησε τυπωμένη και μια μικρή «Διάλεξη» για το σοσιαλισμό, «προς την Ομάδα του Σοσιαλιστικού Συλλόγου». Ανάμεσα στ’ άλλα αναφέρεται και στο Συνέδριο της Α’ Διεθνούς στη Χάγη, στην απόφαση που πάρθηκε για την συγκρότηση Σοσιαλιστικών Κομμάτων σ’ όλα τα Κράτη και για τη διεθνή αλληλεγγύη μεταξύ τους. Στρέφεται εναντίον των αναρχικών, τους αποκαλεί «βιαστικούς» και υποστηρίζει ότι ο Σοσιαλισμός θα επιβληθεί εξελικτικά με την εκπαίδευση και τη συνειδητοποίηση των λαών. Είναι λίγο απαισιόδοξος, πικραμένος και καταλήγει: «Ταύτα πάντα λέγων προς υμάς και δι’ υμών προς τους έλληνας Σοσιαλιστάς δεν επιδιώκω θόρυβον περί το όνομά μου, ούτε πλέον φιλοσόφου, καθότι δεν προτίθεμαι να πολιτευθώ. Προ 12ετίας περίπου απεσύρθην της σοσιαλιστικής δράσεως και ησυχάζω εις τον Μυλοπόταμον της Κρήτης. Αλλά επειδή εκ φύσεως και εκ πεποιθήσεως πρεσβεύω τας Σοσιαλιστικάς αρχάς και εργάζομαι ως στρατιώτης αυτών επί τριάκοντα έτη, εθυσίασα τα καλύτερα έτη της νεότητός μου, εδιώχθην και εφυλακίσθην πολλάκις (μίαν δε φοράν διότι είχον το θάρρος εκ του θεωρείου των δημοσιογράφων της Βουλής να υψώσω φωνήν υπέρ της βελτιώσεως της θέσεως των εργατών και αγροτών) έφθειρα την περιουσίαν μου, τας οικίας μου όπισθεν του Παναθηναϊκού Σταδίου, τα χρήματα μου κατά το 12ετές διάστημα εκδόσεως της εφημερίδος μου ο «Σοσιαλιστής» ώστε έχω νομίζω το δικαίωμα να έχω γνώμην επί της κατευθύνσεως του κοινωνικού κινήματος εν Ελλάδι».
Αυτό είναι το τελευταίο του γραφτό, απ’ όσα τουλάχιστον έχουν περισωθεί. Πέθανε πάμφτωχος στην Κρήτη, σ’ ένα μικρό σπιτάκι στο Μπραχήμο, ανάμεσα στο Πέραμα και το Χουμέρι Μυλοποτάμου, σε ηλικία 61 χρονών.
Ο Σταύρος Καλλέργης στάθηκε ένας από τους βασικούς προδρόμους και πρωτεργάτες του σοσιαλισμού στην Ελλάδα. Ένας απ’ αυτούς που έριξαν τους πρώτους σπόρους, που στάθηκαν αφορμή να φυτρώσει και να γιγαντώσει το σοσιαλιστικό δέντρο στη Χώρα μας. Υπηρέτησε με πάθος, με ηρωισμό τη σοσιαλιστική ιδέα. Η ζωή του, ο τρόπος που έδρασε, τα ντοκουμέντα που άφησε, φανερώνουν ένα ιδεολόγο – επαναστάτη, που προτρέχει καιρού του και από γνώση αλλά κι από διαίσθηση. Στην ιστορία του εργατικού-σοσιαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα ο Σταύρος Καλλέργης κατέχει μια εξέχουσα θέση, αποτελεί μια ξεχωριστή προσωπικότητα.
Απρίλης 1995