Εργασιακή ανασφάλεια, έντονη ανησυχία για τα χρέη των νοικοκυριών, περικοπές δαπανών και απαισιοδοξία για τις οικονομικές προσδοκίες είναι η κατάσταση που εξακολουθούν να βιώνουν οι Έλληνες, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας της Nielsen για την καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Μεταξύ των 63 χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα η Ελλάδα συγκεντρώνει το υψηλότερο ποσοστό, ως προς την εκτίμηση, ότι η χώρα θα συνεχίσει να βρίσκεται σε οικονομική ύφεση και την επόμενη χρονιά. Την απαισιόδοξη αυτή εκτίμηση κάνει το 85% των Ελλήνων που συμμετείχαν στην έρευνα.
Μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, η Ελλάδα εξακολουθεί να καταλαμβάνει την πρώτη θέση αναφορικά με την εργασιακή ανασφάλεια καθώς 4 στους 10 Έλληνες ανησυχούν για την εργασία τους, ενώ ακολουθούν οι ανησυχίες για την οικονομία (35%) και τα χρέη /οφειλές του νοικοκυριού (24%), ανησυχίες που ξεχωρίζουν σταθερά οι Έλληνες τα τελευταία 4 χρόνια.
Τέλος, 8 στους 10 Έλληνες προσπαθούν σε σταθερή βάση να περικόψουν τα έξοδα του νοικοκυριού τους, σημαντικά μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, εάν συγκριθεί με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (56%).
Ειδικότερα, οι κύριες ενέργειες των Ελλήνων για περικοπή των εξόδων, συνεχίζουν να εντοπίζονται στη μείωση των δαπανών μέσω της αγοράς φθηνότερων ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων (68%), των περικοπών στα έξοδα για διασκέδαση εκτός σπιτιού (66%) και στα έξοδα για ρουχισμό (63%).
Χαρακτηριστικό της απαισιοδοξίας είναι ότι ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης στην Ελλάδα το δεύτερο τρίμηνο 2017, υποχώρησε το δεύτερο τρίμηνο κατά μία μονάδα έναντι του επιπέδου στο οποίο είχε διαμορφωθεί στο τέλος του 2016, σύμφωνα με την έρευνα Consumer Confidence της Nielsen.
Συγκεκριμένα διαμορφώθηκε στις 52 μονάδες έναντι 53 μονάδων το τελευταίο τρίμηνο του 2016, (τελευταία διαθέσιμη σχετική έρευνα της Nielsen).
Ο παγκόσμιος δείκτης αισιοδοξίας των καταναλωτών ανέρχεται στις 104 μονάδες, αυξημένος κατά τρεις μονάδες σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2016.
Αναλυτικότερα, σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2016, η Βόρεια Αμερική (117 έναντι 120) παρά τη μείωση του δείκτη κατά τρεις μονάδες, συνεχίζει να αποτελεί τη γεωγραφική περιοχή με τον υψηλότερο δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Στις Ασιατικές χώρες του Ειρηνικού και την Ωκεανία (114 έναντι 111) ο δείκτης αυξήθηκε κατά τρεις μονάδες ενώ στη Λατινική Αμερική αυξήθηκε κατά μία μονάδα στις 85. Η μεγαλύτερη αύξηση του δείκτη σημειώθηκε στις χώρες της Μέσης Ανατολής και στην Αφρική (88 έναντι 83).
Ειδικότερα για την Ευρώπη (85), ο δείκτης συνεχίζει την ανοδική του πορεία για ένατο συνεχές τρίμηνο. Μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, ο δείκτης αυξήθηκε σε 22 από τις 33 χώρες, ενώ έμεινε σταθερός σε τέσσερις από αυτές.