Ρέθυμνο μεταπολίτευση. Τα πρώτα βήματα αποχουντοποίησης έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται, αλλά θέλει πολύ δουλειά ακόμη.. Τα σχολεία της χώρας αν θυμάμαι καλά, χωρίς καμία επίσημη εγκύκλιο του υπουργείου Παιδείας, ετοιμάζονται να γιορτάσουν την επέτειο του Πολυτεχνείου. Εκείνου που μόλις ένα χρόνο πριν, είχε αλλάξει τη ροη της ελληνικής ιστορίας, με μπροστάρηδες τους φοιτητές και τους εργάτες, αφού οι υπόλοιπες κοινωνικές κάστες της χώρας, είχαν πλαδαρέψει για εφτά ολόκληρα χρόνια, στον καναπέ της δειλίας, της ντροπής και της υποταγής.
Στα σχολεία της πόλης κάποιοι διευθυντές, που δεν έχουν χωνέψει ακόμη την αλλαγή, απειλούν τους μαθητές ακόμη και με αποβολές, σε περίπτωση γιορτής. Οι μαθητές απτόητοι οργανώνουν μόνοι τους μια γιορτή στο σχολείο, στο τέλος των μαθημάτων της ημέρας. Χωρίς τη βοήθεια κανενός, χωρίς μικρόφωνα, χωρίς περιττές παράτες. Μόνα εφόδια το ένστικτό τους, το μυαλό τους και το πάθος τους για τις λέξεις ελευθερία, δικαιοσύνη, δημοκρατία, για τις οποίες τα αδέλφια τους ένα χρόνο πριν, είχαν παίξει τη ζωή τους κορώνα γράμματα, στο Πολυτεχνείο της Αθήνας. Τότε που, όπως λέει και ο ποιητής, με πάνω ως κάτω απλωμένη την αφοβιά σαν σημαία, πρόταξαν τα στήθια τους στις ερπύστριες των τανκς της χούντας, για να δει η Ελλάδα καλύτερες μέρες. Τότε που απέδειξαν ότι η σάρκα, η θέληση και το μυαλό είναι πιο δυνατά από το σίδερο και το καυτό μολύβι των όπλων που σημαδεύουν την καρδιά.
Το περίεργο είναι ότι όλη τη γιορτή τη διοργανώνουν όχι οι λεγόμενοι καλοί μαθητές, αλλά οι μέτριοι και τελευταίοι της τάξης! Και τη διοργανώνουν τέλεια! Στη συνέχεια χωρίς πολλά λόγια, με μια πρόταση κάποιου, όλοι ξεκινούν να καταθέσουν στεφάνι στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη. Φτάνουν εκεί και κάποιος από τους μαθητές μιλά δυο λεπτά, για τη σημασία και το φόρο τιμής σε όσους αγωνίστηκαν στο πολυτεχνείο ένα χρόνο πριν. Αμέσως μετά αρχίζει να τραγουδά τη διαχρονική γλυκιά ελληνική μελωδία, τον εθνικό μας ύμνο, παρασύροντας όχι μόνο τους μαθητές αλλά και όλους όσους ήταν στην πλατεία εκείνη τη στιγμή. Κάποιοι περίοικοι, όταν μετά την σεμνή τελετή αρχίζουν να αποχωρούν οι μαθητές, λένε ότι στην κυριολεξία ανατρίχιασαν από την όλη συμπεριφορά και τις ενέργειες των μαθητών, δίνοντας σε όποιον μαθητή περνά από μπροστά τους συγχαρητήρια.
Την επομένη κάποιοι μαθητές καλούνται να δώσουν εξηγήσεις στον διευθυντή για τις ενέργειές τους, χωρίς ευτυχώς να υπάρξει συνέχεια. Τον επόμενο χρόνο καθιερώθηκε η γιορτή στα σχολεία, σαν σχολική γιορτή και τράβηξε το δρόμο της…
44 χρόνια μετά… ποιος να φανταζόταν ότι μετά από τόσα χρυσοφόρα πακέτα Ντελόρ και πακτωλό χρημάτων στη χώρα, το κεντρικό σύνθημα του Πολυτεχνείου του 1973 «ψωμί – παιδεία – ελευθερία» θα παρέμενε επίκαιρο και αναλλοίωτο μέχρι και σήμερα!
Ο Έλληνας, είναι πλέον αποδεδειγμένο, ότι δυστυχώς δεν διδάσκεται από το παρελθόν. Μπορεί να έχουν περάσει 44 χρόνια αλλά η αδικία, η ανισότητα και οι θυσίες που αφορούν τον απλό πολίτη, παραμένουν ίδιες όπως και τότε! Το αυγό του φιδιού αφέθηκε όχι απλώς να εκκολαφθεί, αλλά να μεγαλώσει, αφού όλοι είναι απασχολημένοι με το παιχνίδι της εξουσίας και δεν τους ενδιαφέρει τίποτε άλλο. Φλογισμένες ψυχές φοιτητών δεν υπάρχουν πια, γιατί χάθηκαν στις κομματικές οργανώσεις και αναλώθηκαν σε ανούσια πράγματα.
Και οι φονιάδες των λαών οι Αμερικανοί; Έγιναν κι αυτοί κολλητοί μας ξαφνικά, αρκεί να μπορέσουν να μας βοηθήσουν να παραμείνουμε στην εξουσία. Οι ομορφότερες Ελληνίδες θεές, γέννημα θρέμμα αυτής της χώρας και σημείο αναφοράς σε όλους τους αγώνες του λαού μας, η δικαιοσύνη, η δημοκρατία και η ελευθερία μοιάζουν άγνωστες πλέον στους περισσότερους…
Στα σχολεία οι μαθητές ή δεν θέλουν ή είναι ανίκανοι να διοργανώσουν μια τέτοια γιορτή, η οποία όλο και περισσότερο δείχνει ότι φθίνει, ώσπου να μην υπάρχει λόγος πια να γίνεται. Οι μαθητές παρά τον κανονισμό των μαθητικών κοινοτήτων που τους δίνει εξαιρετικές δυνατότητες, ενδιαφέρονται μόνο για εκδρομές και θεάματα. Οι μαθητοπατέρες κι εδώ έκαναν καλά τη δουλειά τους. Γιατί άραγε; Τα αίτια πολλά, αλλά κανένας δεν τολμά να αναλάβει την ευθύνη, γιατί η ευθύνη είναι πάντα βαριά, όπως και η αλήθεια. Ποιος να έχει το κουράγιο να την επωμιστεί;
Η γιορτή του Πολυτεχνείου έχει φθαρεί, γιατί όταν στη μεταπολίτευση άρχισε να περπατά σαν γιορτή, είδε όλους αυτούς, που πανηγύριζαν στα γεννητούρια της, να την εξαργυρώνουν παντού με οποιοδήποτε τίμημα! Κάθε λογής πολιτικάντης εκμεταλλεύτηκε με κάθε δυνατό και αδύνατο τρόπο τη γιορτή, η οποία τελικά έγινε ένα εμπόρευμα φτηνό και παχιά λόγια χωρίς νόημα, από άτομα που έτσι κι αλλιώς φάνηκε τελικά πως ποτέ δεν μπόρεσαν να μυρίσουν το άρωμά της.
Το Πολυτεχνείο είναι πλέον μια γιορτή 44 ετών και πολλοί λένε πως τώρα πια γέρασε, κουράστηκε και δεν έχει χώρο πια στα όνειρά μας. Είναι έτσι όμως; Σήμερα μετά την εικονική πραγματικότητα που ζήσαμε, με τις ηδονικές απολαύσεις που μας σέρβιραν έντεχνα και αριστοτεχνικά κάποιοι. Τώρα που ζούμε πλέον την ανεργία και τη μαζική μετανάστευση των πιο παραγωγικών μυαλών και ιστών της χώρας, της νεολαίας στο εξωτερικό, για μια καλύτερη τύχη απ’ αυτή που τους στερεί επιδεικτικά η πατρίδα. Σήμερα με τα ναρκωτικά, τους μετανάστες, τον υποβόσκοντα ρατσισμό μας και τις ραγδαίες γεωπολιτικές ανακατατάξεις σε όλο τον κόσμο. Τώρα πλέον που έχουμε γίνει θύματα της παγκοσμιοποίησης και χάνουμε την εθνική μας ταυτότητα, με την παραχάραξη της ιστορίας μας. Σήμερα που, όσο κι αν δεν μας αρέσει, έχουμε γίνει πλέον πιονάκια και αναλώσιμα υλικά στις μηχανές των πολυεθνικών, πολύ φοβάμαι πως μπορεί κάποια στιγμή να θυμηθούμε ξανά τη γιορτή και τα αναλλοίωτα μηνύματά της και τότε, το πιο πιθανό, δεν θα ‘ναι για καλό. Ίσως να θυμηθούμε και τον μεγάλο ιστορικό μας τον Θουκυδίδη, που ιστορώντας τον Πελοποννησιακό Πόλεμο έλεγε: «Δεν κατηγορώ εκείνους που επιζητούν να επεκτείνουν την εξουσία τους. Κατηγορώ εκείνους που είναι πρόθυμοι να υποταχθούν».
Με όσα αρνητικά έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας και στο λαό της, είναι ίσως καιρός πια να αναλογιστούμε τις όποιες συνέπειες, από την παραχάραξη των αξιών και της μνήμης σε ένα ολόκληρο λαό. Μπορεί και να είναι καιρός πια, να γεννηθούν νέα πολυτεχνεία, αρκεί να μη γίνει η καπήλευση που έγινε από σχετικούς και μη, όπως στο Πολυτεχνείο του ’73, για να δει επιτέλους η χώρα και ο λαός μας πραγματικά καλύτερες μέρες.
Γιατί στιγμές όπως του Πολυτεχνείου του ’73, πρέπει διαχρονικά να δείχνουν φωτεινά το δρόμο στο λαό και να ζουν πάντα στις καρδιές μας.
* Ο Βαγγέλης Παπαδάκις είναι καθηγητής Φυσικής Αγωγής