Τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου οργάνου, το οποίο θα αποτελείται από ειδικούς επιστήμονες ιατρούς και το οποίο θα είναι αρμόδιο να εξετάζει υποθέσεις που αφορούν τυχόν ιατρικά λάθη, αμέλειες και ζητήματα ιατρικής ευθύνης, προτού αυτές φτάσουν στο ακροατήριο, ζητά η ιατρική κοινότητα του Ρεθύμνου, μετά και την καταδικαστική απόφαση του δικαστηρίου σε βάρος μια παιδίατρου του νοσοκομείου για τον θάνατο ενός τετράχρονου αγοριού πριν τέσσερα χρόνια.
Στο πλαίσιο των κινητοποιήσεων τους οι γιατροί του νοσοκομείου σε συνεργασία με τον Ιατρικό Σύλλογο πραγματοποίησαν χθες ενημερωτική εκδήλωση στο Εργατικό Κέντρο Ρεθύμνου με θέμα «η ιατρική στο εδώλιο».
Στόχος της εκδήλωσης ήταν να γίνει μια συζήτηση με τους πολίτες και μια ενημέρωση για τις ιατρικές πράξεις και πως αυτές αντιμετωπίζονται με βασικό σκοπό των γιατρών να καταστήσουν σαφές ότι οι νομικοί δεν είναι ειδικοί για να εξετάζουν ιατρικές υποθέσεις.
Σε σχετικές δηλώσεις του ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Ρεθύμνου Γιώργος Στεφανάκης ανέφερε: «Στην ιατρική τίποτα δεν είναι δεδομένο. Εμείς πρέπει και κατά τον νόμο και κατά τη συνείδηση μας και κατά τη δεοντολογία την ιατρική να κάνουμε αυτά που γνωρίζουμε, αυτά που έχουμε εκπαιδευτεί, αυτά που μπορούμε, χωρίς να σκεφτούμε τις συνέπειες. Αν κάτι δεν πάει καλά να μπορούμε να σταθούμε μπροστά σε μια επιτροπή ειδικών εμπειρογνωμόνων, πανεπιστημιακών δασκάλων, νομικών, ιατροδικαστών για να πούμε τη γνώμη μας για το περιστατικό και την εξέλιξη του. Δεν μπορεί να συνεχιστεί μια διαδικασία όπου οι γιατροί απολογούνται σε μη ειδικούς, γιατί το αποτέλεσμα είναι η όποια επιστημονική τους επιχειρηματολογία να πέφτει στο κενό και να έχουμε το φαινόμενο των δικών και των καταδικαστικών αποφάσεων, οι οποίες ταλαιπωρούν τους γιατρούς που εμπλέκονται γιατί αυτή η διαδικασία -πρωτόδικα και εφετείο- κρατάει το λιγότερο έξι με επτά χρόνια. Και επειδή υπάρχει μια ανησυχητική αύξηση της συχνότητας αυτών των αποφάσεων έχει προκαλέσει την κινητοποίηση του ιατρικού κόσμου, προκειμένου να θεσμοθετηθεί άμεσα από την πολιτεία το όργανο εκείνο που σε προδικαστικό στάδιο ίσως αμέσως μετά από μια ΕΔΕ να δώσει την απάντηση αν πρόκειται για αμέλεια ή επιπλοκή ή ένα αδιευκρίνιστο αίτιο θανάτου. Αυτό όμως πρέπει να γίνει μόνο από εμπειρογνώμονες ώστε ο γιατρός να μπορεί να επιχειρηματολογήσει και τα επιχειρήματα του να αξιολογηθούν με επιστημονικό τρόπο».
Ο πρόεδρος της Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ Ρεθύμνου, Γιάννης Σαριδάκης, από την πλευρά του, τόνισε: «Το ζήτημα αυτό αφορά την ποιότητα και την επάρκεια της δημόσιας υγείας. Μέσα από μια πορεία ενημέρωσης που επιλέξαμε την τελευταία εβδομάδα ως μορφή κινητοποίησης για θέματα δύσκολα, τα οποία δεν σηκώνουν απλουστευτικές απαντήσεις θέλουμε να πληροφορήσουμε με πληρότητα τον κόσμο για να τον καλέσουμε στη συνέχεια να συναποφασίσουμε δράσεις για την προστασία και θωράκιση της δημόσιας υγείας. Κεντρικός στόχος της ομοσπονδίας νοσοκομειακών γιατρών και πανελλήνιου ιατρικού συλλόγου είναι η θεσμοθέτηση ενός οργάνου προδικαστικού ελέγχου και αξιολόγησης των περιπτώσεων πιθανής ιατρικής αμέλειας, το οποίο θα είναι μια ανεξάρτητη αρχή που θα αποτελείται από εγνωσμένου κύρους επιστήμονες νομικούς και γιατρούς».
Η παθολόγος Ελένη Ιωαννίδου από την πλευρά της ανέφερε: «Έχουμε μια έντονη αίσθηση ότι με τις τελευταίες εξελίξεις, τις δίκες που πυκνώνουν και τι καταδίκες που ακολουθούν αυτές οι δίκες, το νοσοκομείο βρίσκεται στο στόχαστρο. Αυτό δεν έγινε γιατί ξαφνικά οι γιατροί έγιναν κακοί γιατροί ή γιατί η κοινωνία έχασε την εμπιστοσύνη της στο νοσοκομείο, αλλά πιστεύουμε ότι είναι μέρος μιας γενικότερης αλλαγής που έχει συμβεί στη σχέση γιατρού και ασθενή, που έχει γίνει περισσότερο πελατειακή. Οι ασφαλιστικές εταιρίες και οι δικηγόροι προσπαθούν να προκαλέσουν δίκες εκεί που δεν υπάρχουν κανονικές αφορμές και αυτό έχει αποτέλεσμα να ζητάνε μεγάλες αποζημιώσεις. Ειδικά στη μικρή κοινωνία του Ρεθύμνου όπου το νοσοκομείο παίζει ένα κομβικό ρόλο, καθώς δεν υπάρχουν ιδιωτικές κλινικές, νομίζουμε ότι αυτό δημιουργεί μια μεγάλη στρέβλωση γιατί αυτή τη στιγμή το νοσοκομείο λειτουργεί καλά. Οι γιατροί του δουλεύουν με αυτοθυσία, είναι κοντά στους ασθενείς και προσπαθούμε όλοι με κάθε τρόπο να κρατήσουμε την ποιότητα που έχουμε και την αγάπη προς τους ασθενείς. Δυστυχώς αυτά τα περιστατικά που γίνονται ολοένα και περισσότερα, μάς οδηγούν στην αμυντική ιατρική, στο να φοβόμαστε ότι όταν βλέπουμε έναν ασθενή μπροστά μας να μην είναι η πρώτη μας προτεραιότητα πως θα το κάνουμε καλά, αλλά πως δεν θα μπλέξουμε και πως θα κάνουμε ότι πρέπει να γίνει, ώστε να μην υπάρχει περίπτωση εξαιτίας οποιασδήποτε έκβασης να βρεθούμε στα δικαστήρια. Αυτό είναι δυσλειτουργικό και κακό προς τον ασθενή. Άρα θέλουμε να κοινωνήσουμε τους φόβους και τις ανησυχίες μας στον κόσμο. Οι νομικοί δεν είναι γιατροί, δεν έχουν την ικανότητα να κρίνουν ιατρικά θέματα γι’ αυτό ζητάμε από την πολιτεία να υπάρξει ένα ανεξάρτητο γνωμοδοτικό όργανο, επιστημονικό, που να μπορεί να κρίνει μια ιατρική πράξη. Να μην κρίνονται τα πράγματα από το αποτέλεσμα αλλά από το να γίνουν αυτά που πρέπει να γίνουν και αυτό να μας οδηγήσει σε εξωδικαστικές λύσεις».