Η προφυλάκιση του Γιάννου Παπαντωνίου και της συζύγου του επανέφερε στον δημόσιο λόγο το ζήτημα της διαφθοράς. Όταν αυτή κυμαίνεται σταθερά σε υψηλά επίπεδα, πέραν της δημοσιονομικής ζημιάς που προκαλεί, οδηγεί σε απαξίωση ενός πολιτικού συστήματος, σε απάθεια και πολιτικό κυνισμό, εγκλωβίζοντας την κοινωνία σε έναν φαύλο κύκλο πελατειακών σχέσεων και διαπλοκής.
Η διαφθορά συνιστά μια μορφή σχέσης που απαντάται σε όλη την κοινωνία, ακόμα και στο επίπεδο των καθημερινών διαπροσωπικών σχέσεων. Η εντύπωση ότι η κοινωνία σύσσωμη παρατάσσεται στην καταπολέμηση της διαφθοράς φαίνεται να αποτελεί μια ψευδαίσθηση. Σε ένα βαθιά πελατειακό κράτος, όπως το ελληνικό, αρκετά στρώματα της κοινωνίας βολεύονται από συγκεκριμένα επίπεδα διαφθοράς. Γιατί διαφθορά δεν αποτελεί μόνο η μίζα ενός υπουργού. Διαφθορά αποτελεί επίσης και η καθημερινή παράνομη συνδιαλλαγή μεταξύ πολιτών και των κατώτερων επιπέδων της διοίκησης. Από τα φακελάκια, τα γρηγορόσημα, τις παράτυπες «διευκολύνσεις», την προστασία κάθε είδους συντεχνίας, μέχρι τα σβησίματα προστίμων, τα στραβά μάτια σε παράνομες επιδοτήσεις κ.α.
Η διαφθορά λοιπόν, δεν αποτελεί χαρακτηριστικό αποκλειστικά ενός προσώπου, κόμματος, ή υπηρεσίας. Γι’ αυτό και μια δήθεν κάθαρση επενδυμένη με έναν λαϊκιστικό λόγο, χωρίς καμία ουσιαστική αλλαγή στους θεσμούς, τις δομές τους κράτους, το οικονομικό και αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας, δεν λύνει ποτέ το πρόβλημα. Απλά εναλλάσσει τη διαπλοκή με διαφορετικά συμφέροντα και επιφέρει ένα ξεκαθάρισμα πολιτικών λογαριασμών που επί της ουσίας δεν αλλάζει τίποτα. Κι αυτό γιατί η διαφθορά παράγεται πρώτιστα από το ίδιο το κράτος με τρόπο που είναι δομημένο. H διαφθορά είναι κυρίως απόρροια του κρατισμού, δηλαδή, της τάσης του κράτους να επεκτείνει το μέγεθος και τις αρμοδιότητές του. Με πιο απλά λόγια, όπου υπάρχει μέλι, πάντα θα υπάρχει κάποιος πρόθυμος να βουτήξει μέσα το δάχτυλο. Από την άλλη, μπορεί το μικρότερο κράτος να περιορίζει το πεδίο ανάπτυξης της διαφθοράς, όμως ούτε η πλήρης απορύθμιση της αγοράς και το ελάχιστο κράτος λύνουν σε κάθε περίπτωση το πρόβλημα.
Οι τρόποι αντιμετώπισης της διαφθοράς ποικίλουν και στηρίζονται κυρίως στη διαδραστική σχέση μεταξύ των αιτιών και των αποτελεσμάτων αυτής, που υπάρχουν στο εκάστοτε πολιτικό σύστημα. Ανάλογα με το πως προσεγγίζονται τα αίτια και αποτελέσματα της διαφθοράς υπάρχουν και οι ανάλογοι τρόποι αντιμετώπισης της. Υπάρχουν χώρες που χαρακτηρίζονται ως καθαρά «νεοφιλελεύθερες» όπως η Βρετανία, ΗΠΑ, Ιρλανδία, που εμφανίζουν χαμηλά ποσοστά διαφθοράς. Από την άλλη υπάρχουν και χώρες όπως οι Σκανδιναβικές, που ενώ χαρακτηρίζονται από σχετικά υψηλή παρεμβατικότητα του κράτους στην αγορά και την κοινωνία, συγχρόνως παρουσιάζουν πολύ χαμηλά επίπεδα διαφθοράς. Τι κοινό συνδέει χώρες με εξίσου χαμηλά επίπεδα διαφθοράς αλλά διαφορετικά επίπεδα κρατικής παρεμβατικότητας;
Η απάντηση βρίσκεται στους θεσμούς. Η διαφθορά είναι ένα παράγωγο της εξουσίας και όσο απόλυτη είναι η τελευταία, τόσο υψηλότερα είναι και τα επίπεδα της. Η αποκεντρωμένη κρατική εξουσία λειτουργεί ανασταλτικά στην ανάπτυξη της διαφθοράς. Η ύπαρξη θεσμών ελέγχου και ισορροπιών των εξουσιών αποτελεί το πρώτο βήμα σε μια πραγματική προσπάθεια καταπολέμησης της διαφθοράς. Και φυσικά όλα αυτά σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της αντίστοιχης κουλτούρας, τόσο σε επίπεδο κοινωνίας, όσο και σε επίπεδο δημόσιων λειτουργών. Μιας κουλτούρας υπεράνω αντιθέσεων, που αντιλαμβάνεται τη διαφθορά ως κάτι αδιανόητο και όχι ως αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας.
* Ο Γεώργιος Νάστος είναι ιδιωτικός υπάλληλος – Απόφοιτος του τμήματος πολιτικής επιστήμης του πανεπιστημίου Κρήτης