Από το 1950 και μετά, η Ευρώπη μεταμορφώθηκε. Η άλλοτε σκοτεινή ήπειρος, όπως την είχε ονομάσει ο ιστορικός Mark Mazower, μετατράπηκε σε πρότυπο για πολλούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Ένα σημείο αναφοράς για τις νέες δημοκρατίες, ένας φορέας εκσυγχρονισμού. Από τα έξι αρχικά κράτη της ΕΚΑΧ (Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα), απ’ όπου και ξεκίνησε το ευρωπαϊκό εγχείρημα, η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση έφτασε να αριθμεί 28 κράτη μέλη, ενώ προχωρούν οι ενταξιακές διαδικασίες και άλλων χωρών. Μετά από δεκαετίες εξέλιξης, η ΕΕ βρέθηκε αντιμέτωπη με την οικειοθελή αποχώρηση ενός μέλους της. Το Brexit, μετά και τη συμφωνία της προηγούμενης Κυριακής μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ηνωμένου Βασιλείου, είναι πλέον γεγονός. Μπορεί οι Βρετανοί να ήταν ανέκαθεν μόνο με το ένα πόδι εντός της Ένωσης. Μπορεί να εξαιρούνταν σε αρκετές συμφωνίες και πολιτικές που κατά καιρούς λαμβάνονταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Όλα αυτά δεν αναιρούν το γεγονός ότι η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η για πρώτη φορά αποχώρηση ενός κράτους μέλους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ένα γεγονός που έχει τις ρίζες του στο παρελθόν, στιγματίζει το παρόν και θέτει σοβαρούς προβληματισμούς για το μέλλον της ΕΕ.
Η εξέλιξη αυτή, αποτελεί το επιστέγασμα ενός ευρωσκεπτικισμού που χρόνια ταλανίζει την Ευρώπη. Έναν ευρωσκεπτικισμό που από το πολιτικό περιθώριο όπου βρίσκονταν παλιότερα, γιγαντώθηκε και αυτή τη στιγμή σκεπάζει ολόκληρη την Ευρώπη. Πάνω σε αυτόν τον ευρωσκεπτικισμό πατάνε οι διάφοροι δημαγωγοί και λαϊκιστές σε όλα τα κράτη μέλη για να προωθήσουν την πολιτική τους ατζέντα. Λαϊκιστές που βρίσκονται σε όλο το πολιτικό φάσμα Αριστεράς-Δεξιάς. Διχάζουν την κοινωνία, παρουσιάζουν εύκολες λύσεις για σύνθετα προβλήματα, τάζουν τα πάντα στους πάντες, κατασκευάζουν παντού εχθρούς, λένε και πράττουν οτιδήποτε προκειμένου να καταλάβουν ή να επηρεάσουν την εξουσία. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Guardian, τα λαϊκίστικα κόμματα έχουν τριπλασιάσει την εκλογική τους επιρροή μέσα στα τελευταία 20 χρόνια με έναν στους τέσσερις Ευρωπαίους ψηφοφόρους να επιλέγει στις κάλπες κόμματα αυτής της κατηγορίας.
Όμως η ευθύνη δεν βαραίνει αποκλειστικά τις λαϊκιστικές και ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις. Εξίσου ή και μεγαλύτερη ακόμα ευθύνη, έχει το υφιστάμενο κατεστημένο. Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ της Ευρώπης, που όχι απλά δίνουν χώρο στον ευρωσκεπτικισμό και τον λαϊκισμό, αλλά με την νοοτροπία και τις πρακτικές τους τον ενισχύουν. Χρόνια εφησυχασμένες από την σιωπηρή συναίνεση και ανοχή που οι Ευρωπαίοι πολίτες παρείχαν, νομιμοποιώντας έτσι το όλο ευρωπαϊκό εγχείρημα, οι ελίτ αυτές επαναπαύτηκαν. Απομακρύνθηκαν από τους πολίτες, αδιαφορώντας για τα προβλήματα, τις ανησυχίες και τους φόβους τους. Το ίδιο συνέβη και στην περίπτωση του Brexit, όπου οι συνέπειες τις οικονομικής κρίσης και οι πολιτικές της ΕΕ στο προσφυγικό, αποτέλεσαν ένα εκρηκτικό μείγμα, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η αποχώρηση ενός εκ των ισχυρότερων μελών της Ένωσης. Ακόμα και σήμερα το ευρωπαϊκό πολιτικό κατεστημένο αρνείται να δει τους λόγους που οδήγησαν τους Βρετανούς σε αυτή την απόφαση. Τους λόγους που οδήγησαν σε άνοδο του ευρωσκεπτικισμού σε Ιταλία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Πολωνία, σε όλα λίγο έως πολύ τα κράτη μέλη.
Η οικονομική κρίση δεν κλόνισε μόνο την ευημερία των πολιτών και την ανάπτυξη. Κλόνισε πάνω απ’ όλα την εμπιστοσύνη στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Έφερε στην επιφάνεια αδυναμίες και δυσλειτουργίες της ΕΕ, κυρίως σε ότι αφορά το κοινό νόμισμα. Επανέφερε στο προσκήνιο εθνικούς ανταγωνισμούς, διαίρεσε την Ευρώπη σε πιστωτές και οφειλέτες, φανέρωσε τις ανισότητες που υπάρχουν μεταξύ των κρατών μελών. Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα η υπερεθνική ΕΕ να χάνει την εμπιστοσύνη των πολιτών, οι οποίοι όλο και περισσότερο, στρέφονται για λύσεις στην «σιγουριά» του έθνους κράτους.
Έτσι όπως εξελίσσονται μέχρι τώρα τα γεγονότα, το μέλλον της ΕΕ μοιάζει αβέβαιο. Όμως, μέσα σε όλη αυτή την αβεβαιότητα δεν πρέπει να λησμονούμε. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παρά τα ελαττώματα της, η ιστορία της ΕΕ αποτελεί μια περίοδο ευημερίας, ανάπτυξης και ειρήνης εντός και εκτός των εθνικών συνόρων. Μια αναδρομή στο αιματηρό και πολύπαθο παρελθόν της Ευρώπης είναι αρκετή για να μας το θυμίσει. Εάν επιθυμούν να αντιστρέψουν το κλίμα, οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις πρέπει να έρθουν πιο κοντά στους πολίτες. Να μην εμφανίζονται ως αυστηροί επιτηρητές μιας οικονομικής ένωσης, αλλά ως στυλοβάτες μιας πολιτικής ένωσης στηριγμένης στο κοινό παρελθόν, παρόν και μέλλον. Να ακούν τις ανησυχίες των πολιτών και να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους. Να ενημερώνουν και να υπενθυμίζουν τα επιτεύγματα και τα οφέλη που συνεπάγεται η συμμετοχή στην κοινή ευρωπαϊκή πορεία. Σύμφωνα με την περίφημη ρήση του αναγνωρισμένου ως πατέρα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος Jean Monnet, «η Ευρώπη θα σφυρηλατήσει την ενότητά της μέσα από κρίσεις». Ο χρόνος θα δείξει εάν οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη, θα συμβάλουν στη σύνθεση ή στην αποσύνθεση της.
* Ο Γεώργιος Νάστος είναι Ιδιωτικός υπάλληλος – Απόφοιτος του τμήματος πολιτικής επιστήμης του πανεπιστημίου Κρήτης